Με «πληγές» γέμισε ο ελληνικός αμπελώνας – Με τα έξοδα έμειναν οι παραγωγοί

Περονόσπορος και παρατεταμένος καύσωνας διέλυσαν το οινοποιήσιμο σταφύλι – Μεγάλη η μείωση στην παραγωγή.

Με κακούς οιωνούς ξεκινά η νέα σεζόν για το οινοποιήσιμο σταφύλι, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των καρπών έχει «χτυπηθεί» από τον περονόσπορο και τον παρατεταμένο καύσωνα, με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις να κάνουν λόγο για απώλεια τουλάχιστον κατά 40% της παραγωγής.

Μεγάλες αμπελουργικές περιοχές όπως η αμπελουργική ζώνη ΠΟΠ της Νεμέας, αλλά και η Κρήτη έχουν υποστεί καταστροφές που φθάνουν ακόμα και στο 100%, βγαίνοντας ολοκληρωτικά εκτός παραγωγικής διαδικασίας.

Με μειωμένες προσδοκίες είναι από την πλευρά τους και οι αμπελοκαλλιεργητές, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με μια ακόμη δύσκολη χρονιά, καθώς μεγάλο μέρος της παραγωγής λίγο πριν την έναρξη της συγκομιδής, έχει ήδη χαθεί και αυτό που τους έχει απομείνει μέχρι στιγμής είναι οι υπέρογκοι λογαριασμοί και τα έξοδα. Έξοδα, στα οποία προχώρησαν για να σώσουν τις παραγωγές τους από το ανελέητο χτύπημα του περονόσπορου, χωρίς, όπως φαίνεται, ιδιαίτερη επιτυχία.

Αν και ο μεγάλος όγκος του τρύγου αναμένεται να ξεκινήσει στις πρώιμες περιοχές στις αρχές του Σεπτεμβρίου και να ολοκληρώνεται στη Βόρεια Ελλάδα στα τέλη του Οκτωβρίου, το φαινόμενο να ξεραίνονται τα σταφύλια από τα ανελέητα χτυπήματα των ασθενειών, ακόμα βρίσκεται σε εξέλιξη και τίποτε δεν προμηνύει ότι η κατάσταση θα σταματήσει εδώ.

Ξεράθηκαν τα σταφύλια στη Νεμέα

Με ζημιές που υπερβαίνουν το 60% και κατά περίπτωση φτάνουν στο 100%, βρίσκεται αντιμέτωπη η αμπελουργική ζώνη ΠΟΠ της Νεμέας, η οποία μετρά περί τα 27.000 με 30.000 στρέμματα και είναι μία από τις περιοχές που επλήγησαν περισσότερο από τον περονόσπορο και τους τελευταίους καύσωνες.

Το πρόβλημα όμως δεν σταματά εδώ, καθώς σύμφωνα με τον πρόεδρο του Αγροτικού Οινοποιητικού Συνεταιρισμού Νεμέας Ηλία Μάζο «η ζημιά είναι ακόμα σε εξέλιξη, καθώς κτήματα στα οποία ξεράθηκαν τα φύλλα τους από τον καύσωνα, αυτή τη στιγμή έχει μείνει το σταφύλι εκτεθειμένο και παρά το γεγονός ότι έπεσαν οι θερμοκρασίες, δεν προχωρά η ωρίμανση του σταφυλιού φυσιολογικά».

Αν και η συγκομιδή για την περιοχή ξεκινά στα τέλη Σεπτεμβρίου, όπως λέει στον ΟΤ ο κ. Μάζος, η κατάσταση έτσι όπως έχει διαμορφωθεί είναι εξαιρετικά δύσκολη, χωρίς να μπορεί κάποιος να κάνει εκτιμήσεις για την τελική της εξέλιξη.

Οινοποιήσεις …εν πλω

Στις δεξαμενές των αποθεμάτων της τελευταίας σεζόν εναποθέτουν τις ελπίδες τους οι οινοποιητικοί συνεταιρισμοί για να καλύψουν τις παραγγελίες τη φετινή χρονιά. Όμως, «στο τέλος του 2024 με την απώλεια του 40% της παραγωγής και αν συνεχιστεί η ίδια κατανάλωση, τότε τα αποθέματα θα περιοριστούν δραματικά ή ακόμα μπορεί και να μην υπάρχουν», τονίζει στον ΟΤ ο πρόεδρος της ΚΕΟΣΟΕ Χρήστος Μάρκος.

Την ίδια στιγμή, η απώλεια αυτής της παραγωγής φαίνεται ότι θα ανοίξει τον δρόμο για εισαγωγές, οι οποίες όμως σύμφωνα με τους εκπροσώπους των αμπελοκαλλιεργητών, δημιουργούν προβλήματα στην ποιότητα των ελληνικών κρασιών.

Χαρακτηριστικό είναι όπως είπε στον ΟΤ ο πρόεδρος της ΚΕΟΣΟΕ, μεγάλες ποσότητες μούστου εισάγονται στην χώρα από τρίτες χώρες αλλά και την ΕΕ και η οινοποίηση πραγματοποιείται …εν πλω. Στη συνέχεια όπως μας εξηγεί ο κ. Μάρκος «τα κρασιά αυτά βαφτίζονται ως ελληνικά και πωλούνται στον καταναλωτή με ετικέτα ακόμα και ΠΟΠ».

Το φαινόμενο αυτό των ελληνοποιήσεων δεν είναι κάτι νέο, αλλά χρησιμοποιείται κατά κόρον σε μια σειρά από αγροτικά προϊόντα, όπως και στο κρασί, ενώ οι έλεγχοι στην αγορά παραμένουν ελλιπής.

Η μεγάλη «ψαλίδα»

Το κρασί είναι από τα προϊόντα που παρουσιάζει μεγάλη ψαλίδα ανάμεσα στον παραγωγό που διαθέτει την πρώτη ύλη μέχρι αυτό να καταλήξειι στην κατανάλωση.

Όπως μας λέει ο κ. Μάρκου, η μέση τιμή παραγωγού ανέρχεται στα 0,40 ευρώ/κιλό, ενώ η μέση τιμή πώλησης χύμα κρασιού στους χώρους της εστίασης φτάνει από 10 έως και 15 ευρώ/κιλό.

«Οι τιμές είναι πολύ χαμηλές για τον παραγωγό και την ίδια στιγμή ο καταναλωτής πληρώνει το κρασί ακριβά στην εστίαση», λέει χαρακτηριστικά.

Τα οινοποιήσιμα αμπέλια, οι νέες φυτεύσεις…

Στα 640.206 στρέμματα ανερχόταν έναν χρόνο πριν (στις 31/7/2022), η έκταση του ελληνικού αμπελώνα με οινοποιήσιμες ποικιλίες, σύμφωνα με τα στοιχεία ενημέρωσης του αρμοδίου τμήματος του ΥπΑΑΤ προς την Κομισιόν και τα οποία έχει επεξεργαστεί η ΚΕΟΣΟΕ.

Η έκταση αυτή είναι ελαφρώς αυξημένη, κατά 3.245 στρέμματα (+0,51%), σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (636.965 στρ.), γεγονός που οφείλεται σε νέες φυτεύσεις μέσω Αδειών Φύτευσης 6.203 στρεμμάτων.

Όμως, σύμφωνα με τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η ΚΕΟΣΟΕ, η διαφορά μεταξύ της τελικής απογραφής στις 31/7/2022 (στα 640.206 στρ.) με άθροισμα της έκτασης του 2021 συν τις άδειες φύτευσης (636.965 + 6.203) «υποκρύπτει» εγκατάλειψη επιπλέον 2.962 στρεμμάτων για όλη την επικράτεια, το 2022.

Να σημειωθεί ότι από το 2016 μέχρι το 2022 έχουν χορηγηθεί άδειες για νέες φυτεύσεις 43.383 στρεμμάτων, όταν η έκταση του ελληνικού αμπελώνα το 2016 ανερχόταν στα 627.734 στρέμματα.

Μάλιστα, σύμφωνα με την απογραφή του 2022 (31/7) στα 640.205 στρέμματα, σε συνδυασμό με το αλγεβρικό άθροισμα των συνολικών νέων φυτεύσεων και της απογραφής του 2016, συμπεραίνεται ότι «από το 2016 έως το 2022, εγκαταλείφθηκαν 30.912 στρέμματα, με την επιφύλαξη του ότι δεν είναι γνωστά σήμερα πόσα στρέμματα από τις τριετούς ισχύος Άδειες Φύτευσης είναι ακόμη στα χέρια των δικαιούχων, που δεν προχώρησαν σε φύτευση», εκτιμούσε η ΚΕΟΣΟΕ.

…και η οινοπαραγωγή

Μειωμένη κατά 13,86% φτάνοντας τα 2.126.844 hl ήταν η παραγωγή οίνου στη χώρα μας την αμπελοοινική περίοδο 2022/2023 συγκριτικά με τη σεζόν 2021/2022, σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση του αρμόδιου τμήματος του ΥΠΑΑΤ, προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Επί του συνόλου της οινοπαραγωγής το μερίδιο των οίνων με ΠΟΠ ανέρχεται σε 7,49% (159.391 hl), των οίνων με ΠΓΕ σε 21,79% (463.491 hl), των ποικιλιακών οίνων σε 10,66% (226.916 hl), των οίνων χωρίς ΓΕ σε 60,04% (1.271.037 hl) και των άλλων οίνων σε 0%, ποσοστά που υποδηλώνουν την κατά κράτος υπερίσχυση της παραγωγής οίνων για μαζική κατανάλωση, έναντι της παραγωγής οίνων με Γεωγραφική Ένδειξη.

Επίσης, στο σύνολο της οινοπαραγωγής οι λευκοί οίνοι αντιπροσωπεύουν το 66,68% (1.418.227 hl), ενώ οι ερυθροί και οι ερυθρωποί το 33,32% (708.617 hl).

πηγή:ΟΤ

Previous
Previous

Αυτή είναι η πιο μολυσμένη πόλη στον κόσμο

Next
Next

Πώς αντιμετωπίζονται οι απρεπείς τουρίστες