Η γεωπολιτική αστάθεια αλλάζει τα δεδομένα
Η Ελλάδα βρίσκεται εφαπτόμενη του πυρήνα των γεωπολιτικών εξελίξεων και μπορεί να αποτελέσει κεντρικό παράγοντα στις διεθνείς εξελίξεις.
Σε λίγες ημέρες ανοίγει η νέα επιχειρηματική περίοδος 2023-2024, με σημειολογικό ορόσημο τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και την αναμενόμενη ομιλία του πρωθυπουργού της χώρας μας. Όμως, τα ερωτήματα που υπάρχουν για τη νέα διαμορφωμένη γεωπολιτική και οικονομική παγκόσμια και ιδιαίτερα πανευρωπαϊκή αστάθεια, παραμένουν αναπάντητα. Βασικό συστατικό των διαταραχών αποτελεί η αντιγραφή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα της πολιτικής της Fed (κεντρικής τράπεζας) των ΗΠΑ, με έμφαση τις συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων. Και εάν στις ΗΠΑ (οι αυξήσεις των επιτοκίων) φέρνουν ένα (πρόσκαιρο κατά τον γράφοντα) ανάχωμα στις πληθωριστικές πιέσεις, στην Ευρώπη τα αποτελέσματα δεν είναι και ούτε μπορεί να είναι τα ίδια.
Η μεγάλη διαφορά της δομής της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σύγκριση με αυτή των ΗΠΑ δημιουργεί επικίνδυνες βάσεις για μια μελλοντική ύφεση που θα εμφανιστεί με την άφιξη του ευρωπαϊκού χειμώνα. Στη ζώνη επικινδυνότητας βρίσκεται πάντοτε ο ευάλωτος Νότος με τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ενώ, ταυτόχρονα, για πρώτη φορά ισχυρές πιέσεις θα εμφανιστούν και στη Γερμανία -με τις συνδεδεμένες πέριξ αυτής χώρες. Το ενεργειακό να βρίσκεται σε πρώτη κατάταξη και το επισιτιστικό σε δεύτερη, θα φέρει τον τραυματία ηγεμόνα σε δυσχερή θέση, αλλά με απροσδιόριστες και ανεξέλεγκτες αντιδράσεις.
Στην Ελλάδα υπάρχει μια ευδαιμονία που κυρίως στηρίζεται στις προσδοκίες. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί το κεντρικό στοίχημα και ταυτόχρονα και ένα μεγάλο ερωτηματικό όσον αφορά την αποτελεσματική απορρόφησή του, τουλάχιστον στους δύο κεντρικούς άξονες, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της αγροτικής ανάπτυξης. Ο υπαρκτός στασιμοπληθωρισμός στα τρόφιμα επαναφέρει την ανάγκη μιας περιφερειακής παραγωγής με σκοπό την επάρκεια τροφίμων ως το μοναδικό ανάχωμα στην κερδοσκοπία.
Την ίδια στιγμή η έλλειψη εξειδικευμένου -και όχι μόνο- προσωπικού οδηγεί τις επιχειρήσεις -κυρίως των υπηρεσιών- σε σημαντικές αυξήσεις μισθών, αυξάνοντας το λειτουργικό κόστος, χωρίς όμως ακόμα την ύπαρξη πραγματικής οικονομίας βάσης. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έχει κατά το πλείστον προεξοφληθεί από τις αγορές, που δείχνουν εμπιστοσύνη στα αποτελέσματα της μεταρρυθμιστικής πορείας της χώρας.
Στο ίδιο μοτίβο κινούνται και οι γιγαντώσεις εταιρειών μέσω εξαγορών με σχεδόν μοναδικό γνώμονα την αύξηση του τζίρου και πελατειακού εύρους τους, κυρίως για χρηματιστηριακούς λόγους αλλά και ανώφελους ανταγωνισμούς. Τα Funds εκτός των επενδύσεων στον τουρισμό και σε εταιρείες Logistics, έχουν σημαντική τοποθέτηση στο Real Estate στους ίδιους τομείς, εγείροντας σημαντικά ερωτήματα στις αναμενόμενες αποδόσεις. Η πολυπλοκότητα των πολυσχηματικών επενδύσεων απαιτεί εκτός από οραματισμό με προσδοκίες, ισχυρό διοικητικό και γνωσιακά άρτιο δυναμικό.
Η Ελλάδα βρίσκεται εφαπτόμενη του πυρήνα των γεωπολιτικών εξελίξεων και μπορεί να αποτελέσει κεντρικό παράγοντα στις διεθνείς εξελίξεις. Η οικονομία απαιτεί πειθαρχία αλλά και ταχύτητα στην αντιμετώπιση των προκλήσεων σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο (ρευστό) περιβάλλον. Οι προσπάθειες επιδοματικής υποβοήθησης απέχουν μακράν των αναπτυξιακών αναγκών της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας. Η στασιμότητα των επενδύσεων στα Logistics, όπως στα εμπορευματικά κέντρα εθνικής εμβέλειας ή στις υποδομές των παραχωρημένων λιμένων, οδηγεί σε νέες χαμένες ευκαιρίες για την ανάπτυξη ενός τομέα πολλαπλασιαστή, που μπορεί να αποτελέσει οικονομική δραστηριότητα βάσης.
Γνωρίζοντας τον προορισμό, απαιτείται πειθαρχημένη καθοδήγηση με επιτάχυνση στην αποτελεσματικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να υπάρχει συναίνεση και αναγνώριση των αναγκαίων δράσεων, πιθανότατα σε ένα επικαιροποιημένο εθνικό στρατηγικό σχέδιο.
Του Νίκου Ροδόπουλου, Προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της OnLine Data, τ. προέδρου της ΕΕL και μέλους Δ.Σ. του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδος (ΣΕΠΕ)