Φυσικό αέριο: Η αδύναμη ζήτηση «φέρνει» βιομηχανική κρίση
To μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στην Γερμανία
Βιομηχανική συρρίκνωση σηματοδοτεί η αδύναμη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη, όπως αναφέρει το Bloomberg.
Οι κατασκευαστές, από χημικά μέχρι μέταλλα και μηχανήματα, περιόρισαν την παραγωγή πέρυσι, λόγω των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη. Καθώς οι περικοπές παραμένουν, μια βαθύτερη βιομηχανική κρίση έχει αρχίσει να εγκαθίσταται.
Χαμηλή ζήτηση
Οι υψηλές τιμές ρεκόρ που προκλήθηκαν από τη συμπίεση των παραδόσεων από τη Ρωσία πέρυσι έχουν πλέον εκλείψει, αλλά η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών πλήττει εξίσου σκληρά τη ζήτηση. Η χρήση φυσικού αερίου σε όλο το βιομηχανικό τοπίο της Ευρώπης προβλέπεται να παραμείνει περίπου 20% κάτω από τα επίπεδα του 2021, σύμφωνα με στοιχεία της S&P Global Commodity Insights.
«Δεν πρόκειται πλέον μόνο για τις τιμές, αλλά και για τις οικονομικές συνθήκες», δήλωσε η Erisa Pasko, αναλύτρια φυσικού αερίου στην Energy Aspects. «Εξακολουθούμε να βλέπουμε αδυναμία και αβεβαιότητα», πρόσθεσε.
Η ύφεση είναι εμφανής στο χημικό πάρκο Gendorf που βρίσκεται μια ώρα ανατολικά του Μονάχου.
Περίπου 4.000 άτομα εργάζονται για παραγωγούς χημικών προϊόντων, όπως η 3M Co., η Clariant AG και η Westlake Vinnolit GmbH. Το πάρκο βασίζεται κυρίως στο φυσικό αέριο για να καλύψει την ετήσια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας που ξεπερνά την 1 τεραβατώρα – ισοδυναμεί με την τροφοδοσία περίπου 300.000 νοικοκυριών, αλλά φέτος θα χρειαστεί λιγότερη.
«Προς το παρόν δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η κατάσταση βελτιώνεται», δήλωσε ο Tilo Rosenberger-Süß, εκπρόσωπος του φορέα εκμετάλλευσης του κόμβου InfraServ Gendorf, προσθέτοντας ότι η τάση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη περαιτέρω μείωση της ζήτησης στις εγκαταστάσεις.
Ο ρόλος της Γερμανίας
Παρά τη μείωση κατά 80% σε σχέση με τις περσινές τιμές του φυσικού αερίου, η ενεργοβόρος βιομηχανία της Γερμανίας δυσκολεύεται περισσότερο από τον ευρύτερο τομέα της μεταποίησης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα χημικά προϊόντα.
Ο VCI, ο εμπορικός όμιλος της χώρας για τη χημική βιομηχανία, αναμένει ότι η παραγωγή, μη συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών προϊόντων, θα μειωθεί κατά 11% το 2023. Εν τω μεταξύ, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικής Βιομηχανίας προβλέπει πτώση κατά 8% φέτος σε ολόκληρη την χώρα, χωρίς να αναμένεται άμεση ανάκαμψη της ζήτησης.
Η Γερμανία διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αδυναμία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Η οικονομία-ατμομηχανή της Ευρώπης ξεκίνησε το τρίτο τρίμηνο με τη μεγαλύτερη μηνιαία μείωση των εργοστασιακών παραγγελιών από την πανδημία του 2020. Η ύφεση στην μεταποίηση της χώρας είναι πιθανότατα αρκετά σοβαρή ώστε να οδηγήσει σε τριμηνιαία συρρίκνωση της οικονομίας, αμέσως μετά την οριακή έξοδο από την ύφεση, σύμφωνα με μηνιαία έρευνα οικονομολόγων του Bloomberg.
Μετά τις μαζικές επενδύσεις σε υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου και την απορρόφηση φορτίων στην παγκόσμια αγορά, οι κίνδυνοι ελλείψεων αυτόν τον χειμώνα είναι περιορισμένοι. Αλλά αυτό το σοκ αντικαταστάθηκε από τις ανησυχίες για μια βαθιά ριζωμένη ύφεση, γεγονός που έκανε τις γερμανικές επιχειρήσεις να διστάζουν να αυξήσουν και πάλι την παραγωγή.
Με τις ευρωπαϊκές οικονομίες να πιέζονται από τα υψηλότερα επιτόκια, υπάρχουν φόβοι ότι η προηγούμενη ζήτηση φυσικού αερίου μπορεί να μην επανέλθει ποτέ, αφού πλέον όλο και περισσότερες εταιρείες στρέφονται προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η Hellma Materials, κατασκευαστής κρυσταλλικών και οπτικών εξαρτημάτων με έδρα την Ιένα, επένδυσε 20 εκατομμύρια ευρώ σε μια εγκατάσταση στο Trollhattan της Σουηδίας. Η νέα τοποθεσία πληροί τις σύνθετες απαιτήσεις της Hellma όσον αφορά την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και βιομηχανικού νερού ψύξης, ανέφερε σε δήλωσή του ο διευθύνων σύμβουλος Thomas Töpfer.
Δεν είναι όλα «μαύρα»
Δεν είναι όμως όλα τόσο ζοφερά. Για παράδειγμα, υπάρχουν σημαντικά σημάδια ανάκαμψης στον τομέα της διύλισης. Η Yara International ASA, ο μεγαλύτερος παραγωγός λιπασμάτων στην Ευρώπη, εξακολουθεί να αναμένει υψηλότερη ζήτηση για αμμωνία για το υπόλοιπο του έτους. Η εταιρεία ανέφερε ότι έχει περιορίσει μόνο το 10% της ευρωπαϊκής δυναμικότητάς της, σε σύγκριση με το 30% στις αρχές του έτους.
«Η αστάθεια των τιμών στρεβλώνει τις αγορές», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Magnus Ankarstrand, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Yara για την εταιρική ανάπτυξη. «Αλλά τελικά οι αγρότες και οι διανομείς πρέπει να αγοράσουν, επειδή η αγορά θα χρειαστεί το λίπασμα για να παράξει τα τρόφιμα που χρειάζεται ο κόσμος», πρόσθεσε.
πηγή: Bloomberg / ΟΤ