Σαν σήμερα, 25 Φεβρουαρίου…

Γιορτάζουν

  • Ρηγίνος

  • Ρηγίνα

  • Ταράσιος

  • Ταρασία

Επέτειοι και Λοιπές Εορτές

  • Το Κουβέιτ γιορτάζει την επέτειο της ανεξαρτησίας του από την Μεγάλη Βρετανία το 1961 (Εθνική Εορτή).

  • Ημέρα μνήμης για τα θύματα του κομμουνισμού στην Ουγγαρία.

Χριστιανικό Εορτολόγιο

Ορθόδοξη Εκκλησία

  • Τελώνου και Φαρισαίου. Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, ονομάζεται Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, επειδή το Ευαγγέλιο που διαβάζεται στις Εκκλησίες αναφέρεται στην παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου (Λουκά κεφ. ιη', 10-14). Την εποχή του Χριστού, ο τελώνης ήταν αυτός που αγόραζε τους φόρους από την ρωμαϊκή αρχή και τους εισέπραττε από τους πολίτες, τους οποίους συχνά εκμεταλλευόταν ή εκβίαζε. Γι’ αυτό οι τελώνες αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη ως αμαρτωλοί,άδικοι και εκβιαστές. Οι Φαρισαίοι εκπροσωπούσαν μια μερίδα της Ιουδαϊκής θεοκρατίας με μεγάλη επιρροή στον Ιουδαϊκό λαό. Ήταν ζηλωτές του Μωσαϊκού Νόμου και φανατικοί εθνικιστές. Ο Ιησούς τους έλεγχε με σφοδρότητα γιατί εκπροσωπούσαν την υποκριτική θεοσέβεια («τα πάντα ποιούντες προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις»). Στην Καινή Διαθήκη αναφέρονται, επίσης, ως φιλάργυροι, φθονεροί, εκμεταλλευτές και άδικοι. Σύμφωνα με την ανωτέρω ευαγγελική περικοπή, ο Ιησούς μιλώντας στους μαθητές του φανερώνει την αξία της ταπεινοφροσύνης και της συγγνώμης του Τελώνη, που έχει συναίσθηση των αμαρτιών του, αντίθετα με τον αλαζόνα Φαρισαίο, που με την υποκρισία του παρουσιάζει τον εαυτό του τέλειο άνθρωπο. Και καταλήγει με το γνωμικό: «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Την εβδομάδα του Τελώνου και του Φαρισαίου (13-19 Φεβρουαρίου 2022), δεν υπάρχει η παραμικρή νηστεία. Γίνεται «κατάλυση στα πάντα», σύμφωνα με την εκκλησιαστική ορολογία, δηλαδή τρώγεται ελεύθερα κάθε φαγητό ακόμα και την Τετάρτη και Παρασκευή. Για το λόγο αυτό, η εβδομάδα αυτή ονομάζεται και «ελεύθερη» ή «απολυτή».

  • Αρχή του Τριωδίου. Τριώδιο αποκαλείται το Λειτουργικό βιβλίο της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, που περιέχει τις ακολουθίες από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου έως το Μεγάλο Σάββατο, δηλαδή της περιόδου προετοιμασίας του πιστού για το Πάσχα. Ονομάζεται Τριώδιο, γιατί πολλοί από τους κανόνες που περιέχει έχουν μόνον τρεις ωδές: Μία εκ των πέντε πρώτων και πάντοτε την 8η και την 9η. Κανών στην ορθόδοξη υμνογραφία ονομάζεται ένα σύστημα εγκωμιαστικών τροπαρίων, τα οποία ψάλλονται στην ακολουθία του όρθρου και έχουν ενιαίο θέμα και ήχο. Κατ’ επέκταση, λοιπόν, η περίοδος από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου (25 Φεβρουαρίου 2024) έως το Μεγάλο Σάββατο (4 Μαΐου 2024) ονομάζεται Τριώδιο. Έτσι, όταν λέμε πως άνοιξε το Τριώδιο, εννοούμε ακριβώς πως άνοιξε το βιβλίο αυτό που περιγράψαμε και ταυτόχρονα όλη η μεγάλη περίοδος του αγώνα και της περισυλλογής του πιστού μέχρι το Πάσχα.

    Το Τριώδιο, ως χρονικό διάστημα, μπορούμε να το χωρίσουμε σε τρεις διακριτές περιόδους:

    Α. Προπαρασκευαστική περίοδος για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή

    Είναι αυτό που ο λαός αποκαλεί Τριώδιο. Διαρκεί από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου (25 Φεβρουαρίου 2024) έως την Κυριακή της Τυρινής (17 Μαρτίου 2024 ). Είναι το στάδιο προετοιμασίας για τη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστή που ακολουθεί, αλλά και περίοδος ξεφαντώματος με τις καρναβαλικές εκδηλώσεις, που αποτελούν κόκκινο πανί για την Εκκλησία, λόγω των ειδωλολατρικών τους καταβολών, να βρίσκονται στην κορύφωσή τους. Την προπαρασκευαστική αυτή περίοδο μπορούμε να τη χωρίσουμε χρονολογικά σε τέσσερις υποπεριόδους, η καθεμία από τις οποίες παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ιδίως όσον αφορά στη διαβάθμιση της νηστείας:

    Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου

    Την πρώτη Κυριακή του Τριωδίου διαβάζεται στις Εκκλησίες η παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά (κεφ. ιη', 10-14). Ο Χριστός φανερώνει σ’ αυτή την αξία της ταπεινοφροσύνης και τη συγγνώμη του Τελώνη, που έχει συναίσθηση αμαρτιών του, αντίθετα με τον αλαζόνα Φαρισαίο, που με την υποκρισία του παρουσιάζει τον εαυτό του τέλειο άνθρωπο. Και καταλήγει με το γνωμικό: «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Την εβδομάδα του Τελώνου και του Φαρισαίου (25 Φεβρουαρίου-2 Μαρτίου 2024), δεν υπάρχει η παραμικρή νηστεία. Γίνεται «κατάλυση στα πάντα», σύμφωνα με την εκκλησιαστική ορολογία, δηλαδή τρώγεται ελεύθερα κάθε φαγητό ακόμα και την Τετάρτη και Παρασκευή. Για το λόγο αυτό, η εβδομάδα αυτή ονομάζεται και «ελεύθερη» ή «απολυτή».

    Κυριακή του Ασώτου

    Τη δεύτερη εβδομάδα του Τριωδίου διαβάζεται στις Εκκλησίες η παραβολή του ασώτου υιού, που βρίσκεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά (κεφ. ιε', 11-32) και με την οποία ο Χριστός διδάσκει την αξία της συγχωρήσεως και το μεγαλείο της μετανοίας. Την εβδομάδα του Ασώτου (3-9 Μαρτίου 2024) γίνεται «κατάλυση στα πάντα» όλες τις ημέρες, εκτός της Τετάρτης και Παρασκευής, οπότε ακολουθείται αυστηρή νηστεία, όπως τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Την Πέμπτη αυτής της εβδομάδας υπάρχει το έθιμο της Τσικνοπέμπτης (7 Μαρτίου 2024), κατά το οποίο καταναλώνονται αφειδώς κρεατικά, μέσα σε πανηγυρικό κλίμα.Την τελευταία ημέρα της εβδομάδας τιμώνται οι ψυχές των τεθνεώτων, στο πρώτο (9 Μαρτίου 2024) από τα δύο Ψυχοσάββατα, που αναγνωρίζει η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία.

    Κυριακή της Απόκρεω

    Στις Εκκλησίες διαβάζεται η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κεφ. ιε', 31-46), που αναφέρεται στη Δευτέρα Παρουσία και την κρίση που θα ακολουθήσει. Η Κυριακή αυτή ονομάστηκε «των Απόκρεω», επειδή είναι η τελευταία ημέρα κρεοφαγίας για τους Χριστιανούς. Η τρίτη εβδομάδα του Τριωδίου (10-16 Μαρτίου 2024) ονομάζεται και εβδομάδα της Τυροφάγου ή Τυρινής, επειδή όλες τις ημέρες γίνεται κατάλυση σε όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα, του αυγού, των ψαριών και του ελαιολάδου, απαγορεύεται όμως η κρεοφαγία, εκτός από την Κυριακή της Απόκρεω. Στα έθιμα της περιόδου, σε έξαρση βρίσκονται οι καρναβαλικές εκδηλώσεις.

    Κυριακή της Τυροφάγου

    Την Κυριακή της Τυροφάγου (17 Μαρτίου 2024), στις Εκκλησίες διαβάζεται η περικοπή του Ευαγγελίου του Ματθαίου (κεφ. στ', 14-21), που αναφέρεται στην αξία της συγχώρεσης και της νηστείας. Η Εκκλησία επιτρέπει στους πιστούς την κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων, αυγών, ψαριών και ελαιολάδου, απαγορεύει όμως την κρεοφαγία. Από την επομένη, Καθαρά Δευτέρα, αρχίζει η αυστηρή νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Την Κυριακή της Τυροφάγου κορυφώνονται οι καρναβαλικές εκδηλώσεις.

    Β. Μεγάλη Τεσσαρακοστή

    Διαρκεί από την Καθαρά Δευτέρα (18 Μαρτίου 2024) έως την Παρασκευή πριν από το Σάββατο του Λαζάρου (27 Απριλίου 2024). Είναι περίοδος αυστηρής νηστείας, περισυλλογής και προσευχής, που προετοιμάζει τον πιστό για την Εβδομάδα των Παθών και την Ανάσταση του Κυρίου. Ονομάζεται Τεσσαρακοστή ή Σαρακοστή, για να θυμίζει τη σαραντάημερη νηστεία του Χριστού στην έρημο (Ματθ. δ, 2), και Μεγάλη για να ξεχωρίζει από τη σαραντάημερη, επίσης, νηστεία των Χριστουγέννων, που είναι λιγότερο αυστηρή.

    Σε όλες τις ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να τηρείται από τους πιστούς αυστηρή νηστεία («ξηροφαγία»), εκτός από τα Σάββατα, τις Κυριακές και την εορτή των Τεσσαράκοντα μαρτύρων (9 Μαρτίου), οπότε επιτρέπεται η κατανάλωση κρασιού και λαδιού («κατάλυση οίνου και ελαίου») και την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (25 Μαρτίου), οπότε επιτρέπεται η κατανάλωση ψαριών («Κατάλυση ιχθύος»).

  • Οι εβδομάδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι έξι:

    1.Καθαρή Εβδομάδα. Λαμβάνει την ονομασία της από την Καθαρά Εβδομάδα. Το βράδυ της Παρασκευής της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής ψάλλονται οι Α' Χαιρετισμοί (22 Μαρτίου 2024) στις εκκλησίες. Το Σάββατο η εκκλησία εορτάζει το «θαύμα των κολλύβων», μαζί με τον πρωταγωνιστή του, τον Άγιο Θεόδωρο τον Τήρωνα (23 Μαρτίου 2024). Την εποχή της βασιλείας του, ο αυτοκράτορας Ιουλιανός, που προσπάθησε να επαναφέρει την ειδωλολατρία στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, εξαπέλυσε διωγμό εναντίον των Χριστιανών της Κωνσταντινουπόλεως και μάλιστα αποπειράθηκε να μολύνει τις τροφές τους. Η πανουργία του αυτή αποκαλύφθηκε από τον στρατιωτικό Θεόδωρο, που υπηρετούσε σε μονάδα νεοσυλλέκτων (tiro στα λατινικά ο νεοσύλλεκτος), ο οποίος με τη βοήθεια του πατριάρχη Ευδόξιου παρότρυνε τον λαό να τραφεί με κόλλυβα και να σωθεί.

    2. Α' Νηστειών. Η Κυριακή της δεύτερης εβδομάδας της Σαρακοστής ονομάζεται και Κυριακή της Ορθοδοξίας, σε ανάμνηση της αναστήλωσης των εικόνων από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα το 842, που σηματοδότησε το τέλος της Εικονομαχίας (726-842), της πολιτικοθρησκευτικής διαμάχης που συντάραξε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και απείλησε τη συνοχή της. Στην πανηγυρική λειτουργία της ημέρας στον Καθεδρικό Ναό της Αθήνας παρίσταται από την εποχή του βασιλιά Γεωργίου Α', ο εκάστοτε ανώτατος άρχοντας της χώρας (από τη Μεταπολίτευση ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας) και απαγγέλει το «Σύμβολο της Πίστεως» («Πιστεύω»), συνεχίζοντας μία παράδοση αιώνων, που κρατά από το Βυζάντιο. Το βράδυ της Παρασκευής ψάλλονται οι Β' Χαιρετισμοί στις εκκλησίες.

    3. Β' Νηστειών. Η Κυριακή της δεύτερης εβδομάδας της Σαρακοστής είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά (1296-1359), μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες της Ορθοδοξίας. Το βράδυ της Παρασκευής ψάλλονται οι Γ' Χαιρετισμοί στις εκκλησίες.

    4. Γ' Νηστειών. Η Κυριακή της τρίτης εβδομάδας της Σαρακοστής είναι αφιερωμένη στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού («Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως»). Το βράδυ της Παρασκευής ψάλλονται οι Δ' Χαιρετισμοί στις εκκλησίες.

    5. Δ' Νηστειών. Το βράδυ της Παρασκευής της τέταρτης εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ψάλλεται στις εκκλησίες ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος ή Χαιρετισμοί της Παναγίας.

    6. Ε' Νηστειών. Η έκτη και τελευταία εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής αποκαλείται «κουφή» ή «βουβή», επειδή δεν υπάρχουν ψαλμωδίες και Χαιρετισμοί, εν αναμονή των Παθών του Χριστού.

    Γ. Μεγάλη Εβδομάδα

    Διαρκεί από την Κυριακή των Βαΐων (28 Απριλίου 2024) έως το Μεγάλο Σάββατο (4 Μαΐου 2024) και είναι αφιερωμένη στα Πάθη του Χριστού.

  • Αγίου Ταρασίου, αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.

  • Αγίου μάρτυρος Αλεξάνδρου, του εν Δριζιπάρω.

  • Αγίου μάρτυρος Αντωνίου.

  • Αγίου ιερομάρτυρος Ρηγίνου, επισκόπου Σκοπέλου.

  • Αγίου ιερομάρτυρος Μαρκέλλου, επισκόπου Σόλων.

Καθολική Εκκλησία

  • Οσίας Μαρίας Αντεοντάτα (Θεοδοσίας) από τη Μάλτα, που απαρνήθηκε τα εγκόσμια και τη μεγάλη περιουσία της για να γίνει μοναχή.

  • Αγίου Νέστορος.

Είπαν….

  • Ο Άνθρωπος είναι το προϊόν των τραυμάτων της παιδικής του ηλικίας” Σίγκμουντ Φρόϋντ

  • “Δεν το ξέρουμε ότι όσο ζούμε είμαστε λίγο ή πολύ εκτεθειμένοι στις προσβολές της ζήλιας, αλλά μετά απ' το θάνατό μας οι εχθροί μας μόνοι τους παύουν να μας μισούν;” Δημοσθένης, Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός.

Σαν σήμερα, 25 Φεβρουαρίου…

Τι έγινε σαν σήμερα, 25 Φεβρουαρίου, στην Ελλάδα και στον Κόσμο

  • 1707 Γεννήθηκε ο Κάρλο Γκολντόνι, Ιταλός θεατρικός συγγραφέας. Διακεκριμένος ιταλός θεατρικός συγγραφέας, με περισσότερα από 120 έργα, πεζά ή έμμετρα στο ενεργητικό του. Μαζί με τον μεταγενέστερό του Λουίτζι Πιραντέλο είναι οι δύο ιταλοί δραματουργοί με τη μεγαλύτερη αναγνώριση σε παγκόσμιο επίπεδο. Γεννήθηκε ως Κάρλο Οσβάλντο Γκολντόνι (Carlo Osvaldo Goldoni) στις 25 Φεβρουαρίου 1707 στη Βενετία. Ήταν γιος του Τζούλιο και της Μαργκερίτα Γκολντόνι. Στα «Απομνημονεύματά» του αναφέρει ότι ο πατέρας του ήταν γιατρός, αλλά οι πληροφορίες που έφθασαν από την εποχή εκείνη τον θέλουν ως αποθηκάριο με σχετική οικονομική άνεση. Από μικρός ο Κάρλο Γκολντόνι ενδιαφέρθηκε για το θέατρο, παρά τις προσπάθειες του πατέρα του να του αλλάξει ενδιαφέροντα. Τα παιχνίδια του ήταν οι μαριονέτες και τα διαβάσματά του θεατρικά έργα. Το 1723 ο πατέρας του τον έστειλε σ' ένα αυστηρό σχολείο στην Παβία, αυτός όμως αντί να ασχολείται με τα μαθήματά του διάβαζε ελληνικές και λατινικές κωμωδίες. Την ίδια εποχή εμφανίζεται στα γράμματα με το ποίημα - λίβελλο «Ο Κολοσσός», που λοιδορούσε τις κόρες των καλών οικογενειών της Παβίας. Προκλήθηκε σκάνδαλο και ο νεαρός Κάρλο αποβλήθηκε από το σχολείο κι εγκατέλειψε την πόλη το 1725 για να μετακομίσει στο Ούντινε και να εγγραφεί στη Νομική Σχολή. Αποφοίτησε έξι χρόνια αργότερα από τη Νομική της Μόντενα. Ενδιάμεσα δούλεψε ως δικαστικός υπάλληλος της Ενετικής Δημοκρατίας. Η ζωή του αλλάζει το 1731 με το θάνατο του πατέρα του. Αποφασίζει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο θέατρο. Το 1732 μια ερωτική περιπέτεια και οι δανειστές τους τον αναγκάζουν να φύγει από τη Βενετία και να μετακομίσει στο Μιλάνο. Εκεί γράφει την τραγωδία «Αμαλασούνθα», που περνά απαρατήρητη. Συνέχισε το 1734 με τον «Βελισάριο», που σημείωσε σχετική επιτυχία. Στη Βερόνα, ο θεατρικός ιμπρεσάριος Τζουζέπε Ιμέρ του δείχνει το δρόμο για την κωμωδία και του γνωρίζει τη μελλοντική του σύζυγο Νικολέτα Κόνιο. Ο Γκολντόνι ανακαλύπτει την κωμική του φλέβα και συνειδητοποιεί ότι η αυτοσχεδιαστική «Κομέντια Ντελ' Άρτε», που τότε κυριαρχούσε ως θεατρικό είδος, χρειαζόταν ανανέωση. Εμπνευσμένος από τους ζωντανούς χαρακτήρες του Μολιέρου, γράφει και παρουσιάζει το 1738 την πρώτη πραγματική κωμωδία του με τίτλο «Ο άνθρωπος του Κόσμου». Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην ιταλική χερσόνησο γνωρίζεται με τον κωμικό και ιμπρεσάριο Αγκοστίνο Μεντεμπάκ, ο οποίος τον πείθει να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο θέατρο. Κουρασμένος από την έντονη διαμάχη του με τον θεατρικό συγγραφέα Κάρλο Γκότσι, που κυριαρχούσε τότε στο θεατρικό στερέωμα, ο Γκολντόνι εγκαταλείπει τη Βενετία το 1761 και εγκαθίστανται στο Παρίσι μέχρι το τέλος της ζωής του (6 Φεβρουαρίου 1793). Στην αυλή του Λουδοβίκου του 16ου έγραψε πολλά έργα του στα γαλλικά και τα περίφημα απομνημονεύματά του με τον μακρόσυρτο τίτλο «Αναμνήσεις που θα χρησιμεύσουν στην ιστορία της ζωής μου και στην ιστορία του θεάτρου μου», από τα οποία αντλούμε πολλές πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του. Οι κωμωδίες του Γκολντόνι γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία και ο Λουδοβίκος του έδωσε μια τιμητική σύνταξη στα γεράματά του. Η Γαλλική Επανάσταση του την έκοψε, για να την επαναφέρει η Εθνοσυνέλευση μία μέρα μετά το θάνατό του, αναγνωρίζοντας την αξία του.

  • 1793 Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον προεδρεύει στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο στην ιστορία των ΗΠΑ.

  • 1822 Καταργείται η δουλεία στην Ελλάδα, με διάταξη του Συντάγματος της Επιδαύρου

  • 1826 Οι Τούρκοι κυριεύουν το νησάκι Βασιλάδι, προπύργιο του Μεσολογγίου, σφίγγοντας τον κλοιό γύρω από την πόλη, που θα αντέξει ακόμα ενάμιση μήνα.

  • 1833 Με Βασιλικό Διάταγμα που εκδίδεται από την Αντιβασιλεία του Όθωνος, καταργείται ο Στρατός των ατάκτων και συγκροτείται Ελληνικός Τακτικός Στρατός, αποτελούμενος από Πεζικό, Ιππικό, Πυροβολικό και Μηχανικό.

  • 1873 Γεννήθηκε ο Ιταλός τενόρος, Ενρίκο Καρούζο. Ο Ενρίκο Καρούζο (Enrico Caruso) ήταν ιταλός τενόρος των αρχών του 20ού αιώνα, θρυλική μορφή της όπερας και όχι μόνο. Υπήρξε ο πιο φημισμένος και ακριβοπληρωμένος από τους σύγχρονους ομοτέχνους του διεθνώς. Η φωνή του χαρακτηριζόταν από δύναμη αλλά και λυρισμό — ένα στοιχείο που ελαττώθηκε κάπως προς το τέλος της σταδιοδρομίας του. Αυτή η γοητευτική φωνή, ασυνήθιστα πλούσια στη χαμηλή ηχητική περιοχή, ξεχείλιζε από ζεστασιά, ζωντάνια και τρυφερότητα. Ο Καρούζο υπήρξε ο πρώτος τραγουδιστής που ηχογράφησε τη φωνή του σε δίσκους γραμμοφώνου. Ο Ενρίκο Καρούζο γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1873 στη Νάπολη και ήταν το δέκατο όγδοο από τα είκοσι παιδιά μιας φτωχής οικογένειας. Παρόλο που από μικρός είχε το χάρισμα της ωραίας φωνής (τραγουδούσε λαϊκά ναπολιτάνικα τραγούδια και από τα εννιά του συμμετείχε στη χορωδία της ενορίας του), δεν έλαβε μουσική εκπαίδευση παρά μόνο σε ηλικία 18 ετών, όταν μαθήτευσε στον δάσκαλο της φωνητικής Γκουλιέλμο Βέρτζινε. Το 1894 έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως τενόρος στο «Τεάτρο Νουόβο» της Νάπολης με το έργο του Μάριο Μορέλι «L’ amico Francesco». Τέσσερα χρόνια αργότερα, αφού προσέθεσε έναν αριθμό εντυπωσιακών ρόλων στο ρεπερτόριό του, του ζητήθηκε να ερμηνεύσει το ρόλο του Λόρις στην πρώτη παράσταση της όπερας του Ουμπέρτο Τζορντάνο «Φεντόρα». Η ερμηνεία του προκάλεσε τέτοια αίσθηση, ώστε σύντομα εξασφάλισε εμφανίσεις στη Μόσχα, την Αγία Πετρούπολη και το Μπουένος Άιρες. Στη Σκάλα του Μιλάνου πρωτοτραγούδησε το 1900 στη «Λα Μποέμ» του Τζάκομο Πουτσίνι. Αργότερα ερμήνευσε τους κύριους ρόλους για τενόρο στα έργα: «Αντριάνα Λεκουβρέρ» του Φραντσέσκο Τσιλέα, «Germania» του Αλμπέρτο Φρανκέτι, «Το κορίτσι της Δύσης» του Τζάκομο Πουτσίνι, «Οι Μάσκες» του Πιέτρο Μασκάνι και «Το ελιξίριο του έρωτα» του Γκαετάνο Ντονιτσέτι. Η διεθνής αναγνώριση ήλθε την άνοιξη του 1902 όταν τραγούδησε στο Μόντε Κάρλο «Λα Μποέμ» και στο Κόβεν Γκάρντεν του Λονδίνου «Ριγκολέτο» του Τζουζέπε Βέρντι. Στην Αμερική πρωτοεμφανίστηκε με τον «Ριγκολέτο» στην εναρκτήρια βραδιά της Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης στις 23 Νοεμβρίου 1903 και από τότε άνοιγε όλες τις καλλιτεχνικές περιόδους της για τα επόμενα 17 χρόνια, παρουσιάζοντας συνολικά 36 ρόλους. Η 607η και τελευταία εμφάνισή του με τη Μετροπόλιταν Όπερα ήταν στο ρόλο του Ελιάζαρ στο έργο του Φρομεντάλ Αλεβί «Η Εβραία», στις 24 Δεκεμβρίου 1920). Ο Καρούζο ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που η φωνή του αποτυπώθηκε σε δίσκο γραμμοφώνου. Σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Μιλάνο ηχογράφησε δέκα άριες, στις 18 Μαρτίου 1902, και εισέπραξε το σεβαστό ποσό των 5.000 δολαρίων. Στις 13 Ιανουαρίου 1910 μεταδόθηκε για πρώτη φορά σε απευθείας μετάδοση από το ραδιόφωνο παράσταση όπερας. Ο Καρούζο, σημείωσε μία ακόμη πρωτιά, ερμηνεύοντας άριες από τα έργα «Παλιάτσοι» του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο και «Καβαλερία Ρουστικάνα» του Πιέτρο Μασκάνι. Στα τέλη Νοεμβρίου του 1906 ο διάσημος τενόρος απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα του Τύπου, όταν καταδικάστηκε σε πρόστιμο 10 δολαρίων για σεξουαλική παρενόχληση μιας νεαρής κοπέλας στο ζωολογικό κήπο της Νέας Υόρκης. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Καρούζο με το αριστερό του χέρι άγγιξε τον δεξί μηρό της παθούσας Χάνα Γκράχαμ. Ο Ενρίκο Καρούζο δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τα σοβαρά προβλήματα υγείας που τον ταλάνιζαν και πέθανε στη Νάπολη στις 2 Αυγούστου 1921, σε ηλικία 48 ετών. Από τον δεσμό του με την Άντα Τζακέτι (1898-1908), σύζυγο ιταλού βιομηχάνου, απέκτησε τέσσερα παιδιά και από τον γάμο του με την αμερικανίδα κοσμική Ντόροθι Παρκ Μπέντζαμιν (1918-1921) ένα ακόμη.

  • 1890 Γεννήθηκε ο Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ, ηγετικό στέλεχος του Κόμματος των Μπολσεβίκων (μέλος του ΠΓ της ΚΕ από το 1926 έως το 1957). Μεταξύ άλλων, διετέλεσε Πρόεδρος του Συμβουλίου των Επιτρόπων του Λαού –δηλαδή της σοβιετικής κυβέρνησης- (1930 — 1941), καθώς και υπουργός Εξωτερικών της ΕΣΣΔ (1939 — 1949 και 1953 — 1956). Ρώσος κομμουνιστής ηγέτης, ευνοούμενος και «δεξί χέρι» του Στάλιν. Υπήρξε ο κύριος εκφραστής των θέσεων της Σοβιετικής Ένωσης στις διεθνείς διασκέψεις κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και αμέσως μετά από αυτόν. Έχει δανείσει το όνομά του σ’ ένα είδος αυτοσχέδιας βόμβας («Βόμβα Μολότοφ»). Ο Βιάτσεσλαβ Μιχαήλοβιτς Σκριάμπιν (καμία σχέση με τον συνεπώνυμό του σπουδαίο ρώσο συνθέτη), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στο χωριό Κουκάρκα της Περιφέρειας Κίροφ στις 25 Φεβρουαρίου 1890. Στα μικράτα του ήταν ένα ντροπαλό και ήσυχο παιδί, που βοηθούσε τον πατέρα του στις εμπορικές του ασχολίες. Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων στο Καζάν, εντάχθηκε στο Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα και ακολούθησε τον Λένιν στην αριστερή του πτέρυγα («Μπολσεβίκοι»). Συνελήφθη δύο φορές για την επαναστατική του δράση (1909 και 1915) και κατά τη διάρκεια της παρανομίας του απέκτησε το ψευδώνυμο Μολότοφ (από τη λέξη «μόλοτ», σφυρί στα ρωσικά), που γρήγορα επισκίασε το πραγματικό του όνομα και τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή. Μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους του Λένιν το 1917 («Οκτωβριανή Επανάσταση»), εργάστηκε σε διάφορες επαρχιακές κομματικές οργανώσεις. Το 1921 έγινε μέλος και γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, καθώς και αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου (Πολίτμπιρο) του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ). Τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε τη ρωσοεβραία Πολίνα Ζεμτσούζινα (1897-1970), με την οποία απέκτησε μία κόρη. Υποστήριξε δυναμικά τον Ιωσήφ Στάλιν μετά τον θάνατο του Λένιν (1924) και τον Δεκέμβριο του 1926 προωθήθηκε σε τακτικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΣΕ. Στη συνέχεια απέκτησε τον έλεγχο της Κομματικής Επιτροπής της Μόσχας και απομάκρυνε με σειρά εκκαθαρίσεων όλα τα αντισταλινικά μέλη της (1928-1930). Για τις καλές του υπηρεσίες προς τον Στάλιν, διορίστηκε το 1930 πρόεδρος του Συμβουλίου των Κομισαρίων τού Λαού (δηλαδή πρωθυπουργός της Σοβιετικής Ένωσης), θέση την οποία διατήρησε έως το 1941. Λίγο πριν από την έκρηξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, ο Μολότοφ ανέλαβε και τη θέση του κομισάριου (υπουργού) των Εξωτερικών (Μάιος του 1939) και διαπραγματεύθηκε με τη Ναζιστική Γερμανία το σύμφωνο μη επίθεσης, γνωστό ως «Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότοφ», το οποίο υπέγραψε με τον γερμανό ομόλογό του Γιόακιμ φον Ρίμπεντροπ στις 23 Αυγούστου 1939 στη Μόσχα. Το σύμφωνο, που επικρίθηκε από τις δημοκρατικές χώρες της Δύσης και για ιδεολογικούς λόγους, περιλάμβανε κι ένα μυστικό πρωτόκολλο για τον διαμελισμό της Πολωνίας. Κατά τη διάρκεια της εισβολής των Σοβιετικών στη Φιλανδία τον Νοέμβριο του 1939, ο Μόλοτοφ σε ραδιοφωνικό μήνυμα υποστήριξε ότι η Σοβιετική Ένωση δεν έριχνε βόμβες, αλλά τρόφιμα στους δοκιμαζόμενους Φιλανδούς, οι οποίοι απάντησαν με αυτοσχέδιες βόμβες, τις οποίες ονόμασαν περιπαικτικά «Κοκτέιλ Μολότοφ», για να αντιμετωπίσουν την ανωτερότητα του Κόκκινου Στρατού και να αναχαιτίσουν τα χιλιάδες σοβιετικά τεθωρακισμένα. Τον Μάιο του 1941, όταν ο Στάλιν ανέλαβε προσωπικά την πρωθυπουργία της Σοβιετικής Ένωσης, ο Μολότοφ υποβιβάστηκε σε πρώτο αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Μετά την εισβολή του γερμανικού στρατού στη Σοβιετική Ένωση (Ιούνιος 1941) υπηρέτησε στην Επιτροπή Κρατικής Άμυνας (ειδικό Πολεμικό Υπουργικό Συμβούλιο), διαπραγματεύθηκε τη συμμαχία της ΕΣΣΔ με τη Μεγάλη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες (1942) και παρέστη στις Συμμαχικές Διασκέψεις της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου - 1 Δεκεμβρίου 1943), της Γιάλτας (4 - 11 Φεβρουαρίου 1945), του Πότσνταμ (17 Ιουλίου - 2 Αυγούστου 1945), καθώς και στη Συνδιάσκεψη του Σαν Φρανσίσκο (25 Απριλίου - 26 Ιουνίου 1945), κατά την οποία ιδρύθηκε ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Τον Μάρτιο 1949 ο Μόλοτοφ παραιτήθηκε από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, ύστερα όμως από τον θάνατο του Στάλιν (Μάρτιος 1953) ανέλαβε και πάλι τα καθήκοντα αυτά, τα οποία και διατήρησε μέχρι την απόλυσή του (Ιούνιος του 1956), εξαιτίας της πολιτικής διαφωνίας του με τον ισχυρό άνδρα του Κρεμλίνου, Νικήτα Χρουστσόφ. Τον Νοέμβριο του 1956 διορίστηκε υπουργός Κρατικού Ελέγχου. Όταν προσχώρησε στην «αντικομματική ομάδα», η οποία επιχείρησε ανεπιτυχώς να ανατρέψει τον Χρουστσόφ τον Ιούνιο του 1957, έχασε όλα τα κομματικά και κρατικά αξιώματά του. Στη συνέχεια υπηρέτησε ως πρεσβευτής στη Μογγολία και ως μόνιμος Σοβιετικός αντιπρόσωπος στη Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας στη Βιέννη (1960-1961). Το 1962 αποσύρθηκε από την πολιτική. Το 1964 αποκαλύφθηκε ότι είχε διαγραφεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αποκαταστάθηκε ως μέλος του ΚΚΣΕ το 1984 από τον τότε ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης Κονσταντίν Τσερνιένκο. Ο Βιάτσεσλαβ Μολότοφ πέθανε στις 8 Νοεμβρίου 1986 στη Μόσχα, σε ηλικία 96 ετών. Ο Γουίνστον Τσόρτσιλ, που είχε συναντηθεί αρκετές φορές μαζί του, τον χαρακτηρίζει στα «Απομνημονεύματά» του «άνδρα εξαιρετικής ευφυίας με κρύο αίμα και καρδιά, ο οποίος θα ήταν καλοδεχούμενος στην παρέα του Μαζαρίνου, του Ταϋλεράνδου και του Μέτερνιχ».

  • 1894 Γεννήθηκε ο Μεχέρ Μπάμπα: Το «Avatar του Θεού». Ινδός μύστης, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του ενσάρκωση του Θεού (Avatar). Οι διδασκαλίες του είναι ένα κράμα Ινδουϊσμού, Σουφισμού και Χριστιανισμού. Το όνομα «Μεχέρ Μπάμπα» σημαίνει στα περσικά «συμπονετικός πατέρας» και του το έδωσαν οι πρώτοι μαθητές του. Δύο πολύ γνωστά τραγούδια (Baba O’ Riley, Don’t Worry, Be Happy) έχουν ως σημείο αναφοράς τον Μεχέρ Μπάμπα (Meher Baba). Ο Μεργουάν Σεριάρ Ιρανί (Merwan Sheriar Irani), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1894 στο Πουνέ της Ινδίας από οικογένεια περσικής καταγωγής, που ασπαζόταν τη θρησκεία του Ζωροαστρισμού. Στα εφηβικά του χρόνια άρχισε τις πνευματικές αναζητήσεις του και στα 19 του συνάντησε μια μουσουλμάνα αγία, τη Χασράτ Μπαμπαγιάν (1806-1931), η οποία συνέβαλε καθοριστικά στην πνευματική του μεταμόρφωση. Μαθήτευσε μαζί της επτά χρόνια και μέσα στο διάστημα αυτό συνάντησε άλλους τέσσερεις πνευματικούς άνδρες, οι οποίοι τον επηρέασαν με τις διδασκαλίες τους. Οι Χαζράτ Μπάμπα (1861-1925), Ναραγιάν Μαχαράτζ (1885-1945), Σάι Μπάμπα (?-1918) και Ουπάσνι Μαχαράτζι (1870-1941) μαζί την Μπαμπαγιάν αποτελούν τους «Πέντε Τέλειους Δασκάλους» για τον Μεχέρ Μπάμπα. Αφιέρωσε άλλα επτά χρόνια διδασκαλίας κοντά στον Ουπάσνι Μαχαράτζι, προτού ξεκινήσει τη δική του διδασκαλία. Από τις 10 Ιουλίου του 1925 και μέχρι το τέλος της ζωής του το 1969 παρέμεινε σιωπηλός, επικοινωνώντας μόνο γραπτώς και αργότερα με νεύματα. Η ανικανότητα του ανθρώπου να ζήσει με τα λόγια του Θεού κάνει τη διδασκαλία των εκπροσώπων του μια παρωδία. Αντί να ασκεί τη συμπόνια, ο άνθρωπος έχει εξαπολύσει πολέμους στο όνομά του Θεού. Αντί να ζει με την ταπεινότητα, την καθαρότητα και αλήθεια των λόγων Του, ο άνθρωπος έχει δώσει τη θέση της στο μίσος, την απληστία και τη βία. Επειδή ο άνθρωπος κωφεύει στις αρχές και τους κανόνες που ορίζονται από τον Θεό, επιλέγω την σιωπή. Η ζωή του εναλλασσόταν από μεγάλες περιόδους απομόνωσης και νηστείας μαζί με τους πιστούς μαθητές του και πολύμηνα ταξίδια στη Δύση και εντός της Ινδίας, όπου διοργάνωνε μεγάλες συνάξεις και προέβαινε σε πράξεις φιλανθρωπίας, με αποδέκτες τους πτωχούς, τους λεπρούς και τους διανοητικά ασθενείς. Το 1931 πραγματοποίησε το πρώτο ταξίδι στη Δύση και συγκεκριμένα στην Αγγλία, όπου απέκτησε πολλούς μαθητές. Σε συνέντευξή του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Associated Press περιέγραψε το ταξίδι του σαν μία «νέα σταυροφορία, που σκοπό έχει να κατεδαφίσει τα τείχη μεταξύ των θρησκειών, να καταστρέψει τον υλισμό της Αμερικής και να ενοποιήσει όλα τα πιστεύω στο κοινό στοιχείο της αγάπης». Τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι διδασκαλίες του έγιναν ευμενώς δεκτές, κυρίως από τον καλλιτεχνικό κόσμο. Μαθητές του υπήρξαν προσωπικότητες του Χόλιγουντ, όπως οι Γκάρι Κούπερ, Τσαρλς Λότον, Μπόρις Καρλόφ, Μαίρη Πίκφορντ, Ντάγκλας Φέρμπανκς τζούνιορ, Μορίς Σεβαλιέ και Ερνστ Λιούμπιτς. Τη δεκαετία του '40 συνεργάστηκε με μια ομάδα πιστών μαθητών του, τους οποίους ονόμαζε mast («μεθυσμένοι με τον Θεό»), οι οποίοι έφθαναν σε κατάσταση έκστασης, μέσα από τις εσωτερικές πνευματικές εμπειρίες τους. Το 1949 μαζί με είκοσι πιστούς μαθητές ξεκίνησε ένα τρίχρονο ταξίδι πνευματικής αναζήτησης μέσα στην Ινδία, το οποίο ονόμασε «Νέα Ζωή». Μετά από δύο σοβαρούς τραυματισμούς του σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, στις ΗΠΑ το 1952 και την Ινδία το 1956, παρέμεινε σχεδόν ανάπηρος. Το 1962 προσκάλεσε τους Δυτικούς μαθητές του σε μια μεγάλη πνευματική συγκέντρωση, που ονομάστηκε «Η συγκέντρωση Ανατολής - Δύσης». Τη δεκαετία του '60, σε μία εποχή έξαρσης των ψυχεδελικών ναρκωτικών, υποστήριξε ότι δεν προσφέρουν τίποτα το ευεργετικό στον άνθρωπο και απαγόρευσε στους μαθητές του τη χρήση και του πιο μαλακού ναρκωτικού, όπως η μαριχουάνα. Παρά τη χειροτέρευση της υγείας του, ο Μέχερ Μπάμπα συνέχιζε το «Παγκόσμιο Έργο» του, που δεν ήταν άλλο παρά η αφύπνιση του κόσμου μέσω της αγάπης και η μετάβαση προς μια νέα συνείδηση της ενότητας της ζωής, που θα διαμόρφωνε μια «νέα ανθρωπότητα». Το θρησκευτικό του πιστεύω το αναπτύσσει στο βιβλίο του God Speaks (Ομιλεί ο Θεός), που εκδόθηκε το 1955. Ο Μεχέρ Μπάμπα άφησε την τελευταία του πνοή στις 31 Ιανουαρίου 1969, με τη φράση: «Και μην ξεχνάτε ότι είμαι Θεός». Σήμερα το μαυσωλείο του στο Μεχερεμπάντ της Ινδίας αποτελεί σημείο προσκυνήματος των πιστών του, οι οποίοι κάθε χρόνο στις 10 Ιουλίου μένουν σιωπηλοί για να τιμήσουν τον πνευματικό τους δάσκαλο.

  • 1899 Πεθαίνει ο Πολ Τζούλιους Ρόιτερ, Γερμανός δημοσιογράφος, ανταποκριτής και μεταφραστής, που εγκαταστάθηκε στην Αγγλία (1851). Το 1850 ίδρυσε το ειδησεογραφικό πρακτορείο που φέρει το όνομά του, ξεκινώντας μια ταχυδρομική υπηρεσία με περιστέρια, η οποία κάλυπτε την απόσταση Ααχεν — Λονδίνο. Ο Αγγλογερμανός επιχειρηματίας και δημοσιογράφος Πάουλ Γιούλιους φον Ρόιτερ υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Καινοτόμος και διορατικός, ίδρυσε το 1850 το ειδησεογραφικό πρακτορείο «Ρόιτερς» («Reuters»), εκμεταλλευόμενος κάθε μέσο που θα μπορούσε να φέρει την είδηση όσο το δυνατόν ταχύτερα και πιστότερα στον χρήστη της. Σήμερα, το δημιούργημά του, συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλυτέρων ειδησεογραφικών οργανισμών με την επιρροή του να φθάνει σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ο Ίσραελ Μπερ Γιοσαφάτ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου 1816 στο Κάσελ του γερμανικού κρατιδίου της Έσσης , στους κόλπους μιας εβραϊκής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν ραβίνος και ο θείος του, από τον οποίο έλαβε τα πρώτα επιχειρηματικά ερεθίσματα, ασχολείτο με τραπεζιτικές εργασίες στο Γκέτιγκεν. Εκεί γνώρισε τον φυσικό Καρλ Γκάους, που πειραματιζόταν με τη μετάδοση ηλεκτρομαγνητικών σημάτων μέσω καλωδίων για την δημιουργία του πρώτου ηλεκτρικού τηλέγραφου. Μια γνωριμία που θα του φανεί χρήσιμη τα επόμενα χρόνια. Τον Νοέμβριο του 1845 και ενώ βρισκόταν στο Λονδίνο, αποφάσισε ότι δεν τον κάλυπτε πνευματικά -ίσως και επιχειρηματικά- η ιουδαϊκή θρησκεία και βαπτίστηκε χριστιανός. Με νέα ταυτότητα, ως Πάουλ Γιούλιους Ρόιτερ, επανήλθε στα πατρώα εδάφη και πριν από το τέλος του χρόνου νυμφεύτηκε στο Βερολίνο τη Μαρία Μάγκνους, κόρη τραπεζίτη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Από το Βερολίνο ξεκίνησε ουσιαστικά και η επιχειρηματική του διαδρομή το 1847, όταν έγινε συνεταίρος σε μια μικρή εκδοτική επιχείρηση. Κάποια φυλλάδια με φιλελεύθερο περιεχόμενο που εξέδωσε ενόχλησαν τις αρχές που τόν έθεσαν υπό παρακολούθηση και τον ανάγκασαν να εγκατασταθεί στο Παρίσι, μετά την αποτυχημένη φιλελεύθερη Επανάσταση του 1848. Εκεί έπιασε δουλειά στο ειδησεογραφικό πρακτορείο «Aβάς» (Havas), το μετέπειτα Γαλλικό Πρακτορείο (AFP) και έστελνε μεταφρασμένα άρθρα και οικονομικές ειδήσεις σε γερμανικές εφημερίδες. To 1850, αποφάσισε να στήσει την δική του δουλειά και ίδρυσε το «Ρόιτερς» με έδρα το Άαχεν, όπου κατέληγε η τηλεγραφική γραμμή του Βερολίνου. Μέχρι τον επικοινωνιακό κόμβο των Βρυξελλών χρησιμοποιούσε ταχυδρομικά περιστέρια για να μεταφέρουν τα χρηματιστηριακά νέα με ταχύτητα απείρως μεγαλύτερη από τα τρένα της εποχής, προς μεγάλη ικανοποίηση των συνδρομητών του που ήταν κυρίως τραπεζίτες και χρηματιστές. Το 1851 μετέφερε την έδρα του στο Λονδίνο και τα περιστέρια αντικαταστάθηκαν από τον εξελιγμένο τηλέγραφο, που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη. Το «Ρόιτερς», τώρα, παρείχε νέα από όλο το φάσμα της ειδησεογραφίας, με αποτέλεσμα να διευρύνει το πελατολόγιό του με τις ημερήσιες εφημερίδες, που αναζητούσαν δημοσιογραφική ύλη για να γεμίσουν τις αυξανόμενες σελίδες τους. Το 1859, το «Ρόιτερς» σημείωσε την πρώτη του μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία, όταν μετέδωσε το κείμενο της ομιλίας με την οποία ο Ναπολέων Γ' προανήγγειλε τον πόλεμο Γαλλίας - Αυστρίας στο Πεδεμόντιο. Η ανάπτυξη των υποθαλάσσιων καλωδίων τού επέτρεψε να διευρύνει τις επιχειρήσεις του και σε άλλες ηπείρους. Το 1865, ανήγγειλε πρώτο αυτό στην Ευρώπη την είδηση της δολοφονίας του αμερικανού προέδρου Αβραάμ Λίνκολν, αυξάνοντας την φήμη και την αξιοπιστία του. Το 1857, ο Ρόιτερ έγινε βρετανός πολίτης και το «Ρόιτερς» η «φωνή» της Βρετανικής Αυτοκρατορίας για πάνω από ένα αιώνα. Το 1871 ο Δούκας της Σαξομβουργίας του απένειμε τον τίτλο του βαρώνου, εξ ου και το «φον» πριν από το επίθετό του. Το 1878 αποσύρθηκε από τη διεύθυνση του πρακτορείου του, το οποίο ανέλαβε ο γιός του και ιδιώτευσε στην βίλα του στη Νίκαια της Γαλλίας, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 25 Φεβρουαρίου 1899. Ως παρακαταθήκη άφησε ένα λεπτομερή οδηγό προς τους δημοσιογράφους του πρακτορείου για τα θέματα που θα καλύπτουν και τον τρόπο παρουσίασης της είδησης, που επηρέασε την τέχνη του ρεπορτάζ παγκοσμίως

  • 1911 Ο βουλευτής Μιλτιάδης Μπουφίδης από το βήμα της Βουλής καταφέρεται εναντίον του Κωστή Παλαμά για την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας και ζητά την απόλυσή του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.

  • 1915 Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο στόλος της Αντάντ αποβιβάζει στρατό και κυριεύει τη Λήμνο. Οι Αγγλογάλλοι χρησιμοποιούν το ελληνικό νησί ως ορμητήριο, προκειμένου να πραγματοποιήσουν απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης.

  • 1919 Οι Δωδεκανήσιοι πραγματοποιούν συλλαλητήριο στην Αθήνα, αξιώνοντας την ένωση των νησιών με την Ελλάδα.

  • 1925 Γεννήθηκε ο Μοσέ Αελιόν: Ένας επιζών του ολοκαυτώματος από τη Θεσσαλονίκη. Επιζών του ολοκαυτώματος με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη, που μαχόταν μέχρι το τέλος της ζωής του να κρατηθεί ζωντανή η μνήμη του Ολοκαυτώματος. Ο Μοσέ Αελιόν υπήρξε από τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Ο Θεσσαλονικιός στην καταγωγή και κάτοικος Ισραήλ ως την τελευταία του πνοή μαχόταν ώστε να κρατηθεί ζωντανή η μνήμη του Ολοκαυτώματος, προκειμένου να μην βιώσει ξανά η ανθρωπότητα μια τέτοια τραγωδία. «Από χρόνια πιστεύω ότι είναι ουσιώδες να μην ξεχασθεί από την ανθρώπινη συνείδηση ποτέ τι συνέβη κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Γι' αυτό αποφάσισα, όπως και πολλοί άλλοι διασωθέντες, να διηγούμαι, όσο ζω, όσα βίωσα» είχε δηλώσει σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει πριν από χρόνια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Τον Φεβρουάριο του 2020 κυκλοφόρησε στα ελληνικά το βιβλίο του «Ωδίνες Θανάτου», στο οποίο κατάφερε να συνοψίσει τη ζωή του στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και μετέπειτα, με τη βοήθεια ενός ημερολογίου που άρχισε να κρατάει 4,5 μήνες μετά την απελευθέρωσή του. Ο Μοσέ Αελιόν γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 25 Φεβρουαρίου 1925. Οι γονείς του, Ελί και Ραχήλ, και ο ίδιος μαζί με την κατά ενάμιση χρόνο μικρότερη αδελφή του Νίνα κατοικούσαν σ’ ένα σοκάκι της Θεσσαλονίκης, στο σπίτι του παππού του. Ήταν άγουρο παιδί ακόμα, όταν οι Γερμανοί μπήκαν στη Θεσσαλονίκη και ο φόβος άρχισε να κυριεύει την οικογένειά του, καθώς είχαν ακούσει, από την αρχή του πολέμου, ότι οι Ναζί κακομεταχειρίζονταν τους Εβραίους τόσο στη Γερμανία όσο και στις περιοχές που κυρίευαν. Τον Ιούλιο του 1942, όταν οι Γερμανοί συγκέντρωσαν τους Εβραίους άνδρες της Θεσσαλονίκης (18-45 ετών) στην πλατεία Ελευθερίας, ο Μοσέ Αελιόν ήταν… τυχερός, αφού ήταν μισό χρόνο μακριά από το κατώφλι των 18 χρόνων. «Έπειτα από 2-3 ώρες αρχίσαμε να ακούμε ότι οι Γερμανοί τους έδερναν, δεν τους άφηναν να πιουν νερό, τους έκαναν "ασκήσεις»". Καταλάβαμε ότι κάτι νέο συμβαίνει. Και πραγματικά, έπειτα από μερικές μέρες, κάλεσαν πολλούς απ' αυτούς και τους πήραν σε καταναγκαστικά έργα σε διάφορα μέρη της Ελλάδα», έλεγε και θυμόταν πως από τότε και για τους επόμενους δυο μήνες, οι εχθρικές προς τους Εβραίους ενέργειες διαδέχονταν η μία την άλλη. «Όρισαν πέντε περιοχές στην πόλη στις οποίες επιτρέπονταν να κατοικούν οι Εβραίοι (γκέτο), μας υποχρέωσαν να ράψουμε στο αριστερό μέρος των ρούχων μας ένα κίτρινο αστέρι, μας διέταξαν να σημαδέψουμε τα σπίτια και τα καταστήματά μας, απαγόρευσαν στους Εβραίους μαθητές να πάνε στα σχολεία, ανακοίνωσαν ότι θα μεταφέρουν τους Εβραίους στην Πολωνία...». Στις 15 Μαρτίου 1943 έφευγε το πρώτο τρένο θανάτου για τα στρατόπεδα των Ναζί. Ο Μοσέ Αελιόν και η οικογένειά του έμελλε να κάνουν το μακρύ ταξίδι τον επόμενο μήνα – ένα ταξίδι, κάθε λεπτό του οποίου ήταν πάντα ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη του. «Έξι μέρες και έξι νύχτες ήμασταν κλεισμένοι μέσα στα βαγόνια, ώσπου φτάσαμε στον τελικό προορισμό. Η κατάσταση στα βαγόνια ήταν πολύ δύσκολη: στο βαγόνι μας ήμασταν περισσότεροι από 80 άνθρωποι. Το μόνο φως έμπαινε από δύο μικρά παράθυρα στις δύο άκρες του βαγονιού. Για αποχωρητήριο χρησίμευε ένα βαρέλι κομμένο στα δυο, δεν γινόταν διανομή φαγητού, κάθε 2-3 μέρες σταματούσε το τρένο σε κάποιον απομονωμένο σταθμό και μας άφηναν να κατεβούμε και να γεμίζουμε νερό. Τότε άδειαζαν το βαρέλι... Αν κάποιος πέθαινε, τον άφηναν έξω από το βαγόνι και υποχρέωναν την οικογένειά του να συνεχίσει το ταξίδι. Όλα αυτά δεν ήταν καλοί οιωνοί αλλά ελπίζαμε πως σύντομα θα περάσουν». Τα άσχημα όχι μόνο δεν πέρασαν, αλλά τα όσα βίωσαν στη συνέχεια είναι απ' αυτά που δεν χωρά ο ανθρώπινος νους. Όταν κατά τα μεσάνυχτα της έκτης ημέρας έφτασαν στον τελικό σταθμό νόμιζαν ότι ήταν στην Κρακοβία, όπως τους είχαν πει. Όταν άρχισαν να βλέπουν τους ανθρώπους «με τα ρούχα με τις λωρίδες», όπως τους περιέγραφε, και να τους χωρίζουν βίαια σε ομάδες, κατάλαβε πως τα πράγματα ήταν διαφορετικά. «Στην οικογένειά μας χωριστήκαμε, όπως μας διέταξαν. Ο θείος μου κι εγώ σε μια ομάδα, ο παππούς μου με τους γέρους και οι γυναίκες μαζί. Μόνο για την αδελφή μου, που ήταν ενάμιση χρόνο νεότερη από εμένα, ήμασταν διστακτικοί. Στο τέλος είπαμε να πάει με τις άλλες γυναίκες της οικογένειας, χωρίς να ξέρουμε ότι την καταδικάσαμε, με την απόφασή μας αυτή, σε άμεσο θάνατο», εξιστορούσε ο ίδιος ο Μοσέ Αελιόν. «Τις οικογένειές μας τις θανάτωσαν και τις έκαψαν τη νύχτα που φτάσαμε», του έλεγε δυο μήνες αργότερα ένας συμμαθητής του, που πριν από το Άουσβιτς, όπου και αντάμωσαν, είχε μείνει στο Μπιρκενάου. Ο πατέρας του είχε πεθάνει το 1941, λίγες μέρες μετά την είσοδο των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη, και ο Μοσέ Αελιόν έχανε τότε την πολυαγαπημένη του μητέρα και την αδελφή του, η απώλεια της οποίας έμελλε να σημαδέψει τον ρου της ζωής του. Σαν σαράκι ο καημός, του έτρωγε τα σωθικά ώσπου ο θρήνος έγινε τραγούδι- ένα τραγούδι στα Λαντίνο (ισπανοεβραϊκά), με τίτλο «La Djovinika al Lager» (Η Κοπέλα στο Λάγκερ), για την αδελφή του, «που άνθρωποι θηρία, στο Λάγκερ σαν τη 'φέραν, την έκαψαν στις φλόγες». Εκεί, μιλά για μια «όμορφη κοπέλα, κορούλα αγαπημένη/ που οι γονείς της είχαν, στα πούπουλα βαλμένη, την ντύναν με μετάξι, τη στόλιζαν χρυσάφι, μακριά την εκρατούσαν από κακό κι αγκάθι». Περιγράφει το δύσκολο ταξίδι με τα τρένα του θανάτου -«Οι Γερμανοί μια μέρα, απ τη φωλιά την πήραν/ Με μάνα και πατέρα, στο λάγκερ την εσύραν/ Ημέρες, νύχτες έξι, τους κράτησαν κλεισμένους/ Σε σκοτεινά βαγόνια, και απομονωμένους»- αλλά και την τραγική της κατάληξη: «Μα σαν στο Μπιρκενάου, το λάγκερ του θανάτου/ Τη βάλαν, ένα δύο, η τύχη της αλλάχθει/ Χωρίς να καταλάβει, αυτά που της συμβαίνουν/ Γυμνή στο μπάνιο είναι, και την απολυμαίνουν/ Κραυγάζουν και τη δέρνουν, πρωί και μεσημέρι/ Το όνομά της τώρα, ο αριθμός στο χέρι». Και μπορεί να αφιέρωσε μεγάλο μέρος της συγγραφικής του δραστηριότητας στα Λαντίνο, μετά την απελευθέρωση, αλλά στο Άουσβιτς δίδαξε ελληνικά σε έναν Πολωνό κατάδικο, «πολύ σπουδαίο πρόσωπο, καλόγερο, που ήξερε και δίδασκε τα αρχαία λατινικά και τα λατινικά». Στο νοσοκομείο όπου βρέθηκε για μια επέμβαση στο αυτί, γνώρισε αυτόν τον Πολωνό, ο οποίος του ζήτησε να του μάθει νέα ελληνικά. «Εδώ, στο Λάγκερ;», είχε απορήσει ο Μοσέ Αελιόν, αλλά ο Πολωνός διψούσε για μάθηση κι έτσι επί ενάμιση χρόνο συνεχίστηκαν τα μαθήματα, στο τέλος των οποίων του έδινε ένα κομμάτι ψωμί ή κάποιου άλλου είδους τροφή. Ένα τέτοιο κομμάτι ψωμί έδωσε και στον θείο του, στην προσπάθειά του να τον κρατήσει στη ζωή, καθώς εκείνος, όταν έμαθε ότι οι Ναζί είχαν θανατώσει τη γυναίκα και το παιδί του έπεσε σε κατάθλιψη, αλλά η προσπάθειά του ήταν μάταιη. Σε λίγο καιρό, ο νεαρός τότε Μοσέ είχε μείνει μόνος απ όλη την οικογένεια... Κατάφερε να βγει ζωντανός από την «πορεία θανάτου» που τους υποχρέωσαν οι Ναζί, στα τέλη Ιανουαρίου του 1945, πέρασε από το Μαουτχάουζεν και το Μελκ για να βρεθεί στο Έμπενζεε, εκεί όπου η κατάσταση ήταν τέτοια που «το ανθρώπινο μυαλό δεν μπορούσε να φανταστεί χειρότερη» αλλά κι εκεί απ όπου έμελλε, λίγο αργότερα, να απελευθερωθεί. Θυμόταν ως το τέλος της ζωής του εκείνη την ημέρα που «όλοι έτρεχαν στα τανκς και ήθελαν να τα αγγίξουν» κι έτρεξε κι αυτός όπως μπορούσε... «Στην κεραία ενός τανκ βλέπω μια μικρή σημαία. Ένας από το πλήρωμα ήταν ελληνικής καταγωγής. Πολλοί Έλληνες συγκεντρωθήκαμε γύρω απ' αυτό και σε μια στιγμή ακούστηκε αίφνης ο ελληνικός ύμνος. Αν και σε πολύ δύσκολη σωματική κατάσταση, ήμασταν ελεύθεροι!». Μετά τη θηριωδία των στρατοπέδων -κολαστηρίων του Γ' Ράιχ, ξεκίνησε μια νέα ζωή στο Ισραήλ. Στην Ελλάδα επέστρεψε για επίσκεψη μόλις το 1987, ενώ στο μεταξύ διάστημα ήταν ιδιαίτερα απρόθυμος να μιλήσει για το Ολοκαύτωμα ακόμα και στον στενό οικογενειακό του κύκλο. Όταν, όμως, αποφάσισε τελικά να «σπάσει» το φράγμα της σιωπής, έδινε καθημερινές μάχες να μην σκεπάσει η σκόνη της λήθης τη μνήμη. Το 2013 είχε έρθει στη γενέτειρά του, Θεσσαλονίκη, προκειμένου να βροντοφωνάξει «Ποτέ Ξανά» μαζί με όλους όσοι είχαν πάρει μέρος σε εκείνη την πρώτη πορεία μνήμης στην πόλη για τα θύματα του Ολοκαυτώματος. Επέστρεψε το 2018 δίνοντας και πάλι το «παρών» στο ετήσιο αυτό ραντεβού μνήμης, με βαθιά πίστη πως «η ανθρωπότητα πρέπει να ξέρει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί πάλι οπουδήποτε, γι' αυτό και θα πρέπει να είναι αποφασισμένη να το αποφύγει με όλη της τη δύναμη, με κάθε τρόπο».

  • 1932 Στη Γερμανία, ένας μετανάστης από την Αυστρία, ο Αδόλφος Χίτλερ, αποκτά τη γερμανική υπηκοότητα για να θέσει υποψηφιότητα για καγκελάριος.

  • 1941 Πέθανε ο Γιώργος Σαραντάρης. Έλληνας ποιητής, φιλόσοφος, κριτικός, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, που εντάσσεται στη γενιά του ‘30, από τους πρώτους εισηγητές του υπαρξισμού στη χώρα μας. Ο Γιώργος Σαραντάρης ήταν έλληνας ποιητής, φιλόσοφος, κριτικός, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, που εντάσσεται στη γενιά του ‘30. Υπήρξε ένας από τους πρώτους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης στο μεσοπόλεμο κι ένας από τους πρώτους εισηγητές του υπαρξισμού στη χώρα μας. Ο Γιώργος Σαραντάρης γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1908 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του εμπόρου Δημητρίου Σαραντάρη και της Μαθίλντας Σωτηρίου. Και οι δύο γονείς του κατάγονταν από το Λεωνίδιο Αρκαδίας. Σε ηλικία τεσσάρων ετών εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Μπολόνια της Ιταλίας. Φοίτησε σε ιταλικά σχολεία και σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια της Μπολόνια και της Μετσεράτα. Παρότι αναγορεύτηκε διδάκτωρ με τη διατριβή «Το δίκαιο ως τεχνικός κανόνας» δεν ασχολήθηκε επαγγελματικά με τα νομικά στη διάρκεια του σύντομου βίου του, αλλά αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην ποίηση και τη φιλοσοφία και ζούσε με ένα μικρό εισόδημα που του απέφεραν κάποια ακίνητα που είχε κληρονομήσει. Στην Ιταλία έγραψε τους πρώτους στίχους του, στα ιταλικά και στα ελληνικά και δημοσίευσε ποιήματα στην ιταλική και γαλλική γλώσσα. Το Μάρτιο του 1931 ήρθε στην Αθήνα για να υπηρετήσει τη θητεία του και τα επόμενα χρόνια κινήθηκε στους λογοτεχνικού κύκλους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, παίρνοντας μέρος στις πνευματικές ζυμώσεις της δεκαετίας του ‘30. Στα ελληνικά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε ουσιαστικά το 1933 μέσα απ’ τις σελίδες του περιοδικού «Νέα Ζωή» με το διήγημα «Μάρθας βίος», με το οποίο εισήγαγε στον ελληνικό χώρο το είδος του γαλλικού αντιμυθιστορήματος (antiroman) και τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε και την πρώτη του ποιητική συλλογή «Οι αγάπες του χρόνου. Ακολούθησαν οι συλλογές «Ουράνια» (1934), «Αστέρια» (1935) και «Στους φίλους μιας άλλης χαράς» (1940). Πολλά ποιήματά του υπήρχαν διάσπαρτα στα «Νέα Γράμματα», «Νέα Εστία», «Κύκλος» και «Μακεδονικές Ημέρες». Η ποίησή του, με επιρροές από τον ιταλό μοντερνιστή ποιητή Τζουζέπε Ουνγκαρέτι, κινείται στο πλαίσιο της αναζήτησης του απολύτου ενάντια στη φθορά της ανθρώπινης υπόστασης, εκφρασμένης μέσω της κατάργησης της παραδοσιακής ποιητικής φόρμας και της γλωσσικής έκφρασης. Το 1961, ο φίλος του Γιώργος Μαρινάκης εξέδωσε συγκεντρωμένα γνωστά και άγνωστα ποιητικά και άλλα κείμενά του, καθώς κι ένα μέρος των ιταλικών και γαλλικών ποιημάτων του με τον τίτλο «Ποιήματα ιταλικά και γαλλικά». Το 1987 ο Μαρινάκης επιμελήθηκε, σχολίασε κι εξέδωσε σε πέντε τόμους το σύνολο του ποιητικού του έργου (ελληνικό και ξενόγλωσσο) με τίτλο «Ποιήματα». Ως στοχαστής, ο Σαραντάρης, όπως γράφει ο δικηγόρος και ποιητής Κώστας Σοφιανός, «συμπλέει εκλεκτικά με τον Κίρκεγκωρ, του οποίου υπήρξε εκ των εισηγητών στη μεσοπολεμική Ελλάδα· αποδέχεται κριτικά τον Νίτσε· ανάγεται, όπως ο Παρμενίδης, στο απόλυτο είναι, που νοεί όμως ως Φύση, Θεό, άνθρωπο και όχι ως αφηρημένο τι «άσχετο προς τη ζωή» και συγκλίνει με τον Ντοστογιέφσκι στην πορεία προς τον Χριστό – πρότυπο έμπρακτης αγάπης του συγκεκριμένου ανθρώπου (του πλησίον, του άλλου, όχι του αφηρημένως νοουμένου ανθρώπου), ενώ αντιτίθεται προς τον Εγελιανισμό, τον Φροϋδισμό και τον Μαρξισμό. Το φιλοσοφικό του έργο είναι εκ προθέσεως ασυστηματικό και αντιακαδημαϊκό, κατά το ύφος· δεν παραθέτει βιβλιογραφία, πρωτοτυπεί στη σύλληψη των βασικών του ιδεών και, μολονότι συγκροτημένος, πολύγλωσσος και γνώστης σοβαρός του αντικειμένου του, υπόκειται μάλλον στις αιφνίδιες τροπές της έμπνευσης παρά στην πειθαρχία του σπουδαστηρίου». Ο Γιώργος Σαραντάρης, εξέδωσε τα δοκίμια «Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης» (1937), που θεωρείται η πρώτη μελέτη του υπαρξισμού στην Ελλάδα, «Η παρουσία του ανθρώπου» (1938) και «Δοκίμιο λογικής σα θεωρία του απολύτου και του μη απολύτου» (1939). Το 1940 πολέμησε στο Μέτωπο της Βορείου Ηπείρου, κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του συμπολεμιστή του, Οδυσσέα Ελύτη, η υγεία του κλονίστηκε και αρρώστησε, πιθανότατα από τύφο. Στις 25 Φεβρουαρίου 1941, ο ποιητής και στοχαστής Γιώργος Σαραντάρης έφυγε από τη ζωή, στα 32 χρόνια του. Ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη έχουν μελοποιήσει ο Μάνος Χατζιδάκις («Ποιος είν τρελός από έρωτα» με τη Φλέρυ Νταντωνάκη), ο Νότης Μαυρουδής («Τα λιποθυμισμένα περιβόλια» με τη Νένα Βενετσάνου και «Μου φαίνεται πως η Άνοιξη» με τη Μόρφω Τσαϊρέλη), ο Θέμος Λεονάρδος («Δε σε φιλάω» με τη Σωτηρία Λεονάρδου) και η Δάφνη Αλεξανδρή.

  • 1943 Γεννήθηκε ο Τζορτζ Χάρισον. Ο Τζορτζ Χάρισον ήταν ένας από τους τέσσερις Μπιτλς και έβαλε το δικό του λιθαράκι στην πορεία του συγκροτήματος προς την κορυφή της ποπ και ροκ μουσικής. Μετά την διάλυσή των Μπιτλς ακολούθησε μια άξια λόγου προσωπική καριέρα ως συνθέτης και ερμηνευτής. Ήταν ο λιγότερο «θορυβώδης» από τους υπόλοιπους τρεις του συγκροτήματος τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική του ζωή, γι’ αυτό έμεινε στην ιστορία της μουσικής ως ο « ήσυχος Μπιτλ». Ο Τζορτζ Χάρισον (όπως και οι άλλοι τρεις Μπιτλς) γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 25 Φεβρουαρίου 1943 και ήταν το μικρότερο από τα τέσσερα παιδιά του εισπράκτορα αστικών λεωφορείων Χάρολντ Χάρισον και της εμποροϋπαλλήλου Λουίζ Φρεντς. Η γνωριμία του με τον συμμαθητή του Πολ ΜακΚάρτνεϊ, τον έκανε να στραφεί αποφασιστικά στην μουσική και να βελτιώσει τις επιδόσεις του στην κιθάρα. Ο ΜακΚάρτνεϊ με τον Τζον Λένον είχαν σχηματίσει στα μέσα της δεκαετίας του ’50 μια ροκ μπάντα, τους The Quarrymen, η οποία, ύστερα από πολλές αλλαγές ονομάτων, έλαβε την τελική της μορφή στους Μπιτλς. Ο Χάρισον έγινε το τρίτο μέλος του συγκροτήματος και ο βασικός κιθαρίστας του,ενώ αργότερα προστέθηκε και ο ντράμερ Ρίνγκο Σταρ, που συμπλήρωσε την θρυλική μουσική τετράδα. Αν και τα περισσότερα τραγούδια των Μπιτλς συνέθεσαν οι ΜακΚάρτνεϊ και Λένον, ο Χάρισον υπέγραψε μερικά από τα πιο αξιομνημόνευτα τραγούδια του συγκροτήματος, όπως τα «While My Guitar Gently Weeps», «Here Comes the Sun», «Taxman» και «Something». Το 1965, συνεπαρμένος από τον ήχο του σιτάρ, πήρε μαθήματα από τον μετρ του οργάνου Ραβί Σανκάρ και τον ενσωμάτωσε στο τραγούδι «Norwegian Wood», που αποτέλεσε το έναυσμα για πολλούς μουσικούς να ασχοληθούν με την ινδική μουσική. Την εποχή εκείνη, ο Χάρισον έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τον Ινδουϊσμό και το 1968 παρακίνησε τους υπόλοιπους τρεις του συγκροτήματος να επισκεφθούν την Ινδία και να γνωρίσουν από κοντά τον υπερβατικό διαλογισμό του γκουρού Μαχές Γιόγκι. Το ταξίδι αυτό βοήθησε στην διάδοση των ινδουϊστικών θρησκευτικών δοξασιών στην Δύση, αν και ο ίδιος ήταν ο μοναδικός από τους τέσσερις των Μπιτλς, που τις ενστερνίστηκε μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1968, κυκλοφόρησε ο πρώτος του προσωπικός δίσκος με τίτλο «Wonderwall» και ακολούθησε το «Electronic Sounds» (1969). Μετά την επίσημη διάλυση των Μπιτλς το 1970, ήρθε η μεγάλη παγκόσμια επιτυχία με το τριπλό άλμπουμ «All Things Must Pass» στο οποίο περιέχεται το εμβληματικό του τραγούδι «My Sweet Lord». Τον επόμενο χρόνο, πραγματοποίησε δύο φιλανθρωπικά κοντσέρτα προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για τον λιμοκτονούντα λαό του Μπανγκλαντές, του πρώην Ανατολικού Πακιστάν που μόλις είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία του από το Πακιστάν. Οι δυο συναυλίες που έγιναν στην Νέα Υόρκη την 1η Αυγούστου 1971, όπως και ο δίσκος «Concert for Bangladesh» που κυκλοφόρησε στα τέλη της ίδιας χρονιάς αποτέλεσαν το προοίμιο για άλλες ανάλογες προσπάθειες τα επόμενα χρόνια, όπως το Band Aid του Μπομπ Γκέλντοφ. Το 1973 κυκλοφόρησε το «Living In The Material World» που περιλάμβανε την μεγάλη επιτυχία με το το τραγούδι «Give Me Love (Give Me Peace on Earth)». Το 1987, επανήλθε στο μουσικό προσκήνιο με τον δίσκο «Cloud Nine», το τελευταίο στούντιο άλμπουμ του, που περιείχε την παγκόσμια επιτυχία «I Got My Mind Set on You», διασκευή του ομώνυμου τραγουδιού τιου Ρούντι Κλαρκ. Στα τέλη της δεκαετίας του ογδόντα σχημάτισε μαζί με τους Μπομπ Ντίλαν, Ρόι Όρμπισον, Τομ Πέτι και Τζεφ Λιν, το σούπεργκρουπ «The Travelling Wilburys»,με τους οποίους ηχογράφησε δύο άλμπουμ. Ο Χάρισον ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο μέσα από την δική του εταιρεία παραγωγής «Handmade Films». Η πρώτη του παραγωγή ήταν η σάτιρα των Μόντι Πάιθονς «Ένας Προφήτης... Μα τι Προφήτης!» («The Life of Brian», 1979). Ακολούθησαν ταινίες σημαντικών σκηνοθετών, όπως των Τέρι Γκίλιαμ («Υπέροχοι Ληστές και τα Κουλουβάχατα της Ιστορίας»), Νιλ Τζόρνταν («Μόνα Λίζα»), Νίκολας Ρεγκ («Παράξενη Έλξη») και Ντάνι Μπόιλ («127 ώρες»). Η ζωή όμως στάθηκε σκληρή μαζί του. Το 1997 προσβλήθηκε από καρκίνο στον λάρυγγα και την στιγμή που έδειχνε σημάδια βελτίωσης δέχθηκε επίθεση στο σπίτι του από έναν ανισόρροπο εισβολέα, ο οποίος τού κατάφερε πολλές μαχαιριές προτού εξουδετερωθεί. Διέφυγε τον κίνδυνο, αλλά ο καρκίνος επανήλθε δριμύτερος και τόν κατέβαλε, στις 29 Νοεμβρίου 2001. Ο Τζορτζ Χάρισον είχε νυμφευτεί δύο φορές. Την πρώτη φορά με την Πάτι Μπόιντ, την «Layla» του τραγουδιού του Έρικ Κλάπτον και την δεύτερη με την αμερικανίδα συγγραφέα Ολίβια Αρίας με την οποία απέκτησε ένα γιο , τον μουσικό Ντάνι Χάρισον.

  • 1946 Στο θέατρο Αργυροπούλου συνέρχεται η πρώτη μετά τη Βάρκιζα Γενική Συνέλευση των αγωνιστών του ΕΛΑΣ, στην οποία παίρνουν μέρος 5.000 ελασίτες

  • 1948 Το Κομουνιστικό Κόμμα αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση στην Τσεχοσλοβακία. Θα παραμείνει στην εξουσία έως το 1989.

  • 1954 Έχοντας ανατρέψει τον πρώτο Πρόεδρο της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας συνταγματάρχη Μωχάμετ Ναγκίμπ ο συνταγματάρχης Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ γίνεται πρωθυπουργός της Αιγύπτου. Η προσέγγισή του με την Σοβιετική Ένωση και πολιτικές όπως η εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ (που έως τότε βρισκόταν υπό βρετανικό έλεγχο) προκάλεσε την ένοπλη επέμβαση της Βρετανίας, της Γαλλίας και του Ισραήλ (Κρίση Σουέζ 29/10 — 7/11/1956). Μεταξύ άλλων, ο Νάσερ διετέλεσε επικεφαλής του λεγόμενου «Κινήματος των Αδεσμεύτων» (1964–1970).

  • 1957 Γεννήθηκε ο Μάριο Λεβί. Ο τουρκοεβραίος πεζογράφος Μάριο Λεβί (Mario Levi) ήταν λάτρης της Κωνσταντινούπολης, όπου πέρασε ολόκληρη τη ζωή του και η οποία σημάδεψε το συγγραφικό του έργο. Στα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του πραγματεύεται έντονα τη ζωή της Κωνσταντινούπολης του 20ού αιώνα που χάνεται, καθώς αυτή η πόλη με τη βαριά της ιστορία μεταμορφώνεται και ο πολυπολιτισμικός της ιστός χάνεται υπό το βάρος των επιταγών του εθνικού κράτους που οικοδόμησε η κεμαλική Τουρκική Δημοκρατία. Ο αμερικανός ιστορικός Μαρκ Ντέιβιντ Μπερ σημειώνει ότι ο Λεβί «δημιουργεί χαρακτήρες που είναι πολύ πιο πιστευτοί από τους στερεοτυπικούς ανεκτικούς Τούρκους, τους ευγνώμονες Εβραίους και τους αντισημίτες Αρμένιους και Έλληνες που προπαγανδίζουν εδώ και καιρό οι ιστορικοί».

  • 1959 Η βρετανική κυβέρνηση ανακαλεί το διάταγμα εκτόπισης του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, ο οποίος είναι πλέον ελεύθερος να επιστρέψει στην Κύπρο. Με άλλο διάταγμα δίνεται αμνηστία στο στρατηγό Γρίβα και στους συναγωνιστές του.

  • 1965 Αιματηρότατες συμπλοκές με 42 τραυματίες μεταξύ καπνοπαραγωγών και Χωροφυλακής ξεσπούν στις Σέρρες, εξαιτίας του αποκλεισμού από τους αγρότες της οδού Σερρών — Δράμας, στο ύψος της Πεντάπολης. Οι διαδηλωτές ζητούν αύξηση των τιμών του καπνού κατά 20%, αίτημα που δεν ικανοποιεί η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Η Χωροφυλακή προβαίνει σε 28 συλλήψεις.

  • 1968 Ο Μακάριος επανεκλέγεται Πρόεδρος της Κύπρου

  • 1973 Μακελειό σε κέντρο διασκέδασης της Αθήνας από το Νίκο Κοεμτζή για μια “παραγγελιά”. Ο απολογισμός τραγικός: τρεις αστυνομικοί νεκροί, οκτώ τραυματίες, και δυο άνθρωποι — ο δράστης και ο αδερφός του — στη φυλακή. Ο Διονύσης Σαββόπουλος εμπνέεται από το γεγονός και γράφει το τραγούδι «Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο».

  • 1983 Πέθανε ο αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, Τενεσί Ουίλιαμς. Ο αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Τενεσί Ουίλιαμς (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Τόμας Λάνιερ Ουίλιαμς) είναι ένας από τους σπουδαιότερους δραματουργούς του 20ου αιώνα, γνωστός στο θεατρόφιλο κοινό από τα έργα του «Γυάλινος Κόσμος», «Λεωφορείο ο Πόθος» και «Λυσσασμένη Γάτα», που μεταφέρθηκαν με επιτυχία και στον κινηματογράφο. Μαζί με τους Ευγένιο Ο' Νιλ και Άρθουρ Μίλερ συγκροτούν την τριάδα των κορυφαίων αμερικανών θεατρικών συγγραφέων. Τα έργα του, που έχουν κερδίσει την παγκόσμια αναγνώριση, αποκαλύπτουν ένα κόσμο φθοράς, διαψεύσεων και ανθρώπινης ήττας, όπου κάτω από μία ρομαντική ατμόσφαιρα ξεπεσμένης ή ψεύτικης αρχοντιάς κρύβονται το σεξ και η βία. Ο Τενεσί Ουίλιαμς (Tennessee Williams) γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1911 στο Κολάμπους της πολιτείας Μιζούρι, γιος ενός περιοδεύοντος πλασιέ υποδημάτων, που απουσίαζε για μεγάλα χρονικά διαστήματα από το σπίτι και όταν βρισκόταν εκεί αντιμετώπιζε έντονα προβλήματα με το ποτό. Έτσι, την ανατροφή του ανέλαβε η μητέρα του που προερχόταν από πνευματική οικογένεια. Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο ξεκίνησε σπουδές δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, τις οποίες διέκοψε γιατί τις θεωρούσε βαρετές και το 1936 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του άρχισε να γράφει θεατρικά έργα και συνέχισε να γράφει ακόμη και όταν, κατά την οικονομική κρίση, είχε προσληφθεί σ’ ένα εργοστάσιο υποδηματοποιίας του Σεντ Λούις. Μικροί θίασοι παρουσίασαν μερικά από τα έργα του και τον ενθάρρυναν να σπουδάσει δραματουργία στο Πανεπιστήμιο της Άιοβα, απ’ όπου αποφοίτησε το 1938. Η πρώτη του τιμητική διάκριση ήταν το βραβείο που απέσπασε το 1939 με μία σειρά μονόπρακτα που είχαν τον τίτλο «American Blues». Παρά το βραβείο, ο Ουίλιαμς συνέχισε να εργάζεται σε διάφορες δουλειές, από ταξιθέτης θεάτρου μέχρι σεναριογράφος του Χόλιγουντ, ώσπου ήρθε η επιτυχία με το θεατρικό «Ο Γυάλινος Κόσμος» («The Glass Menagerie», 1944). Στο έργο του αυτό παρουσιάζει μια ξεπεσμένη οικογένεια του Αμερικανικού Νότου που ζει σε μία λαϊκή πολυκατοικία. Πραγματεύεται την αποτυχία μιας καταπιεστικής μητέρας, της Αμάντα, που ζει με τις παραισθήσεις ενός ρομαντικού παρελθόντος και του κυνικού γιου της Τομ, να εξασφαλίσουν συνοδό για την ανάπηρη και νοσηρά ντροπαλή κόρη της οικογένειας, Λάουρα, που ζει σ’ έναν δικό της, φανταστικό κόσμο με μια συλλογή γυάλινων ζώων. Η επόμενη μεγάλη επιτυχία του Ουίλιαμς ήρθε τρία χρόνια αργότερα με το έργο «Λεωφορείο ο Πόθος» («A Streetcar Named Desire», 1947), που κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ. Σ’ αυτό εξετάζει τον πνευματικό και ηθικό ξεπεσμό μιας άλλης πρώην καλλονής του Αμερικανικού Νότου, της Μπλανς Ντιμπουά, της οποίας η εξεζητημένη ευγένεια είναι ασυμβίβαστη με τη σκληρή πραγματικότητα που την εκπροσωπεί ο βάναυσος άντρας της αδελφής της, Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Το έργο έγινε ευρύτερα γνωστό μέσα από την κινηματογραφική μεταφορά του Ελία Καζάν το 1951, με πρωταγωνιστές τη Βίβιαν Λι και τον Μάρλον Μπράντο. Το 1953 ο Ουίλιαμς παρουσίασε ένα αλλόκοτο έργο με τίτλο «Καμίνο Ρεάλ» («Camino Real»), που εκτυλίσσεται σε μία φανταστική πόλη, κάτοικοι της οποίας είναι μεταξύ άλλων ο Λόρδος Βύρων και ο Δον Κιχώτης. Το έργο σημείωσε εμπορική αποτυχία, αλλά η επιτυχία επανήλθε για τον συγγραφέα δύο χρόνια αργότερα με τη «Λυσσασμένη Γάτα» («Cat on a Hot Tin Roof»), που κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ κι έγινε κινηματογραφική επιτυχία από τον Ρίτσαρντ Μπρουκς το 1958, με πρωταγωνιστές τον Πολ Νιούμαν και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Το έργο αποκαλύπτει τα συναισθηματικά ψεύδη που διέπουν τις σχέσεις της οικογένειας ενός πλούσιου κτηματία του Αμερικανικού Νότου. Οι θεατρικές επιτυχίες του Ουίλιαμς συνεχίστηκα με τα έργα «Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι» («Suddenly Last Summer», 1958), που στρέφεται γύρω από το θέμα της λοβοτομής, της παιδεραστίας και του κανιβαλισμού, «Γλυκό Πουλί της Νιότης» («Sweet Bird of Youth», 1959), με ήρωα ένα ζιγκολό που ευνουχίζεται γιατί μετέδωσε αφροδίσιο νόσημα στην κόρη ενός πολιτικού του Νότου και «Η Νύχτα της Ιγκουάνα» («The Night of the Iguana», 1961), με θέμα την ιστορία ενός αποσχηματισμένου παπά που ξεπέφτει σε ξεναγό και που βρίσκει τον Θεό σ’ ένα φτηνό μεξικάνικο ξενοδοχείο. Τη δεκαετία του ‘60 ο Τενεσί Ουίλιαμς αρρώσταινε συχνά εξαιτίας του χρόνιου εθισμού του στα υπνωτικά χάπια, που τα έπαιρνε σε συνδυασμό με αλκοόλ, προβλήματα που αγωνίστηκε να ξεπεράσει ύστερα από μία σοβαρή πνευματική και σωματική κατάρρευση το 1969. Τα τελευταία έργα του ήταν αποτυχίες και σήμερα σπανίως παίζονται. Ο Ουίλιαμς έγραψε επίσης δύο μυθιστορήματα, τη «Ρωμαϊκή Άνοιξη της κυρίας Στόουν» («The Roman Spring of Mrs Stone», 1950) και το «Moise and the World of Reason» (1975), καθώς και δοκίμια, ποιήματα, σενάρια, διηγήματα και μία «Αυτοβιογραφία» («Memoirs», 1975)

  • 1986 Ο Πρόεδρος των Φιλιππίνων, Φερδινάνδο Μάρκος, ερχόμενος αντιμέτωπος με τις μαζικές διαδηλώσεις εναντίον της εξουσίας του, φυγαδεύεται από το Προεδρικό Μέγαρο στη Μανίλα με αμερικανικό ελικόπτερο.

  • 2000 Το σουηδικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (Ny Demokrati), κηρύσσει πτώχευση και διαλύεται.

  • 2002 Η αμερικανική εταιρεία Οdyssey Μarine Εxploration παρουσιάζει ισχυρές ενδείξεις ότι, ανακάλυψε το “Sussex”, μια βρετανική ναυαρχίδα με 80 κανόνια, η οποία ναυάγησε το 1694, μετά από σφοδρή θαλασσοταραχή, κοντά στο στενό του Γιβραλτάρ. Το πλοίο εικάζεται ότι, μετέφερε τόνους χρυσού και ασημιού, ένα θησαυρό ύψους 4,5 δισ. ευρώ

  • 2005 Πέθανε 0 Πίτερ Μπένενσον, βρετανός δικηγόρος. Το 1961 ίδρυσε τη Διεθνή Αμνηστία, τη διεθνή οργάνωση προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με περίπου 1,8 εκατομμύρια μέλη και υποστηρικτές σε περισσότερες από 150 χώρες. (Γεν. 31/7/1921)

  • 2010 Ο Παναθηναϊκός πετυχαίνει σπουδαία νίκη στο Ολύμπικο επί της Ρόμα με 3-2 και προκρίνεται στους «16» του Γιουρόπα Λιγκ.

  • 2014 Πεθαίνει ο Ισπανός δεξιοτέχνης του φλαμένκο, κιθαρίστας και συνθέτης Πάκο ντε Λουθία. Φημισμένος ισπανός κιθαριστής κι ένας από τους βασικούς ανανεωτές του φλαμένκο (Nuevo flamenco). Έχει χαρακτηριστεί από τους ειδικούς ως ένας από τους μεγαλύτερους κιθαριστές όλων των εποχών. Στη χώρα μας είναι γνωστός ως Πάκο Ντε Λουτσία, από την ιταλική προφορά του ονόματός του. Ο Φρανθίσκο Σάντσεθ Γόμεθ (Francisco Sanchez Gomez), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου του 1947 στην πόλη Αλχεθίρας της Ανδαλουσίας, μία πόλη στη νοτιοανατολική πλευρά της Ισπανίας. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του κιθαριστή του φλαμένκο Αντόνιο Σάντσεθ και της πορτογαλίδας Λουσία Γκόμεζ. Προς τιμή της μητέρας του υιοθέτησε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Πάκο δε Λουθία (Ο Άκης της Λουκίας, σε ελεύθερη μετάφραση). Δύο ακόμη αδέλφια του ακολούθησαν μουσική καριέρα, ο συνθέτης και τραγουδιστής Πέπε ντε Λουθία (1945-) και ο κιθαριστής και συνθέτης Ραμόν δε Αλχεθίρας (1938-2009). Δάσκαλός του στην κιθάρα υπήρξε ο πατέρας του, ο οποίος άσκησε καθοριστική επιρροή στη μουσική του εξέλιξη. «Έμαθα κιθάρα, όπως ένα παιδί μαθαίνει να μιλάει» είπε σε μία συνέντευξή του. Σε ηλικία 11 ετών έδωσε την πρώτη του συναυλία και τρία χρόνια αργότερα δημιούργησε με τον αδελφό του Πέπε το συγκρότημα «Los Chiquitos de Algeciras» («Τα πιτσιρίκια του Αλχεθίρας») και πραγματοποίησε την πρώτη του ηχογράφηση. Η φήμη του ως βιτουόζου κιθαρίστα γρήγορα ξεπέρασε τα ισπανικά σύνορα. Η απίστευτη δεξιοτεχνία και δύναμη στο δεξί του χέρι τον βοηθούσε να εκτελεί εξαιρετικά γρήγορα και "καθαρά" πικάδο (picado). Από τα μέσα της δεκαετίας του '60 άρχισε η διεθνής του καριέρα. Με το επιθετικό παίξιμο, τη ροπή του στον αυτοσχεδιασμό και την επαφή του με την τζαζ και την κλασική μουσική, κατάφερε να εκμοντερνίσει το παραδοσιακό ισπανικό φλαμένκο και να το κάνει γνωστό σε όλο τον κόσμο. Οι μουσικές συναντήσεις με κιθαριστές από άλλους χώρους, όπως ο Τζον Μακ Λάφλιν, ο Λάρι Κόριελ και ο Αλ Ντιμέολα άφησαν εποχή και εκτόξευσαν τη φήμη του. Στη χώρα μας έγινε ευρύτερα γνωστός από τη συμμετοχή του στη μεγάλη συναυλία της 29ης Σεπτεμβρίου του 1986 στο Ολυμπιακό Στάδιο για τους σεισμοπαθείς της Καλαμάτας, όπου τραγούδησε μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα. Για πρώτη φορά εμφανίστηκε ενώπιον του ελληνικού κοινού στις 25 Νοεμβρίου του 1985 στον «Ορφέα» της Αθήνας και ακολούθησε δύο ημέρες αργότερα η συναυλία του στο «Αλεξάνδρειο Μέλαθρο» της Θεσσαλονίκης. Στις κορυφαίες στιγμές του στη δισκογραφία συγκαταλέγονται το κομμάτι «Entre dos aguas» του 1973, που έμεινε επί 20 εβδομάδες στη λίστα με τα αγαπημένα τραγούδια της Ισπανίας και το άλμπουμ «Friday Night in San Francisco» (1981), που ηχογράφησε μαζί με τους Τζον ΜακΛάφλιν και Αλ Ντι Μέολο και πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.

Previous
Previous

Μνήμη Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος

Next
Next

Τήνος, πρόγνωση καιρού