Το σπίτι-μουσείο του Γιαννούλη Χαλεπά.
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου στις 24 Αυγούστου 1851 και απεβίωσε στην Αθήνα το 1938. Ήταν το πρώτο παιδί του Ιωάννη Χαλεπά και της Ειρήνης Λαμπαδίτη, που και οι δύο κατάγονταν από οικογένειες με μεγάλη μαρμαρογλυπτική παράδοση.
Ο νεαρός Γιαννούλης τελείωσε το Δημοτικό στο Ελληνικό Σχολείο και μια τάξη του Γυμνασίου στον Πύργο και στην Ερμούπολη, πλην, όμως, επ ουδενί έστερξε να ακολουθήσει το εμπόριο, για το οποίο τον προόριζε ο πατέρας του. Το 1869 γράφτηκε στο Σχολείο των Τεχνών, όπου σπούδασε γλυπτική κοντά στον Λεωνίδα Δρόση ( 1869-1872 ).
Το 1873 έλαβε τριετή υποτροφία από το Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου για παραπέρα σπουδές στην Ακαδημία Μονάχου, η οποία ατυχώς δεν ανανεώθηκε. Εκεί ο νεαρός γλύπτης θα διαπρέψει και θα βραβευθεί κατ επανάληψη. Την εποχή εκείνη θα φιλοτεχνήσει το “Παραμύθι της Πεντάμορφης” , τον “Σάτυρο που παίζει με τον έρωτα” και την “Φιλοστοργία”.
Το 1876 θα ανοίξει εργαστήρι στην Αθήνα. Το 1877 θα φιλοτεχνήσει το κορυφαίο έργο της νεοελληνικής γλυπτικής, την “Κοιμωμένη”, έργο για τον τάφο της νεαρής Σοφίας Αφεντάκη. Την εποχή εκείνη θα παρουσιασθούν τα πρώτα συμπτώματα ψυχικής διαταραχής, τα οποία θα επιδεινωθούν στη συνέχεια και θα χρειασθεί να υποβληθεί στην αρμόζουσα θεραπεία.
Το 1902 θα εγκατασταθεί με την μητέρα του στο σπίτι του στον Πύργο και από τότε θα αρχίσει μια αγωνιώδης πορεία προς την ανάνηψη, μέσω της τέχνης. Θεραπευόταν εργαζόμενος, έως ότου, γύρω στα 1918, ήλθε το χαρμόσυνο γεγονός, “ο Χαλεπάς ζει και εργάζεται”. Τα χρόνια που ακολούθησαν ο καλλιτέχνης ξαναβρήκε τη δημιουργική του διάθεση και πρόσφερε στη νεοελληνική τέχνη, μια σειρά, από ανεπανάληπτες δημιουργίες.
Το έργο του καλλιτέχνη διακρίνεται σε δύο περιόδους: α), στην πρώτη δημιουργική περίοδο, ο Γιαννούλης Χαλεπάς αναπαριστά τους αρχαιοελληνικούς μύθους, όπως όλοι οι κλασσικιστές και ακαδημαϊκοί καλλιτέχνες της Ευρώπης. β), στην “μεταλογική” περίοδο χρησιμοποιεί τους ίδιους μύθους, σαν προσωπικά βιώματα, δημιουργώντας τη νέα πλαστική του ομιλία.
Η Ακαδημία Αθηνών στις 19 Ιουνίου 1927 του απένειμε το Αριστείο της Γλυπτικής.
Το σπίτι-μουσείο του καλλιτέχνη είναι μια ημιδιώροφη κατασκευή, με τα εργαστήριά του ανέπαφα, όπως τα άφησε ο καλλιτέχνης. Το 1968 το σπίτι του Γιαννούλη Χαλεπά κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Στο Μουσείο παρουσιάζονται ενθυμήματα από τη ζωή του, γλυπτά σε πηλό και γύψο, σκίτσα, μερικά των οποίων είναι γραφήματα στους τοίχους του σπιτιού. Στον αύλειο χώρο του Μουσείου εκτίθεται, άγαλμα μνημειακών διαστάσεων της “μεταλογικής” περιόδου, που συμπυκνώνει τις αναζητήσεις της γλυπτικής 20ου αιώνα, η “Αναπαυομένη”. Στον ίδιο χώρο υπάρχει η μαρμάρινη προτομή του καλλιτέχνη, φιλοτεχνημένη, από τον γλύπτη Ιωάννη Βούλγαρη.
Το 1950 η Κοινότητα Πανόρμου Τήνου, με την οικονομική ενίσχυση του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας αγόρασε το σπίτι του Γιαννούλη Χαλεπά, προκειμένου να μετατραπεί σε μουσείο. Το ιστορικό Σωματείο, η Αδελφότητα των Τηνίων εν Αθήναις ( 1876 ) βοήθησε, με παρέμβασή του, στο τότε Υπουργείο Προεδρίας, υπεύθυνο για τον Πολιτισμό στην επίτευξη του σκοπού αυτού. Το 1971 εγκαινιάστηκε, ως Μουσείο Γιαννούλη Χαλεπά και ανήκε στην ιστορική Κοινότητα Πανόρμου. Σήμερα είναι Δημοτικό Μουσείο και λειτουργεί με ευθύνη του Πνευματικού Κέντρου Πανόρμου Τήνου