Πρόσωπα
Αντόνιο Γκράμσι
Ο Αντόνιο Γκράμσι (Ιταλικά: Antonio Gramsci, Άλες Σαρδηνίας, 22 Ιανουαρίου 1891 — Ρώμη, 27 Απριλίου 1937) ήταν Ιταλός μαρξιστής, φιλόσοφος, συγγραφέας, πολιτικός και πολιτικός επιστήμονας.
Τα πρώτα χρόνια
Ήταν ο τέταρτος γιος σε μια οικογένεια με επτά αγόρια, με πατέρα τον αλβανικής καταγωγής Φραντσέσκο Γκράμσι (η οικογένειά του, με πυρήνα το Plataci της Καλαβρίας, μετανάστευσε γύρω στα 1700 στη Νότια Ιταλία), χαμηλόβαθμο δημόσιο υπάλληλο και μητέρα του την Πεππίνα (Τζιουζεππίνα) Γκράμσι, κόρη εφοριακού υπαλλήλου. Σπούδασε με υποτροφία που κέρδισε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Εκεί μυήθηκε στις σοσιαλιστικές ιδέες και στα 1913 έγινε μέλος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Σε πολύ μικρό διάστημα αναδείχτηκε σε καθοδηγητικό στέλεχός του. Το 1914 παίρνει το πτυχίο του και τον επόμενο χρόνο περνά στη σύνταξη της σοσιαλιστικής εφημερίδας του Τορίνο "Il grido del popolo" (Η Κραυγή του Λαού) και λίγο αργότερα στη σύνταξη του κεντρικού οργάνου του Σοσιαλιστικού Κόμματος «Avanti» (Εμπρός) - αρχισυντάκτης τού οποίου είχε διατελέσει παλαιότερα ο φασίστας Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι - και της εβδομαδιαίας "L' Ordine Nuovo" (Η Νέα Τάξη).
Πολιτική δράση
Το 1914 το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιταλίας διχάστηκε γύρω από το αν πρέπει η Ιταλία να συμμετάσχει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αρχικά η Ιταλία τήρησε ουδέτερη στάση, παρά τη συμμαχία που είχε με τη Γερμανία. Ο Γκράμσι αρχικά τάχθηκε υπέρ της ουδετερότητας, αλλά όχι της "απόλυτης" ουδετερότητας που υποστήριζε η ηγεσία του κόμματος. Όπως και άλλοι σοσιαλιστές υποστήριζε την "ενεργό και λειτουργική" ουδετερότητα. Στο θέμα αυτό εν μέρει συνέπεσε η άποψή του με του Μπενίτο Μουσολίνι, ενός από τους πλέον δραστήριους εκπροσώπους της αριστεράς και μαξιμαλιστικής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος μέχρι το 1914. Η έκφραση "ενεργός και λειτουργική ουδετερότητα" ήταν του Μουσολίνι, ο οποίος αργότερα υποστήριξε την ενεργό ανάμιξη στον πόλεμο. Ο Γκράμσι έλεγε ότι συμφωνεί με τον Μουσολίνι στο ότι η απόλυτη ουδετερότητα απειλούσε να μετατρέψει το προλεταριάτο σε αμέτοχους παρατηρητές της προελαύνουσας ιστορίας. Πίστευε ότι με την "ενεργή και λειτουργική ουδετερότητα" το κόμμα θα μπορούσε να αγγίξει τις μεγάλες μάζες του λαού που είχαν απομακρυνθεί από την πολιτική.
Ο Γκράμσι, αν και διεθνιστής, είχε βαθιές ρίζες στη Σαρδηνία και έτσι σχετίστηκε με το αυτονομιστικό κίνημα του νησιού. Αντιλαμβανόταν την αυτονομία σαν κίνημα των φτωχών του Νότου που αισθάνονταν την εκμετάλλευση και την εγκατάλειψη της κεντρικής εξουσίας της Ρώμης.
Το 1920 καθοδηγεί την μεγάλη απεργία των εργατών για την υπεράσπιση των εργοστασιακών επιτροπών του Τορίνο και διατυπώνει το πολιτικό πρόγραμμα-μανιφέστο «Για την ανανέωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στις 21 Ιανουαρίου 1921 ιδρύει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας (μετέπειτα ΙΚΚ).
Η άνοδος των φασιστών στην εξουσία είχε ως αποτέλεσμα να τεθούν εκτός νόμου το Κ.Κ.Ι. και οι άλλες δημοκρατικές οργανώσεις και να συλληφθούν οι ηγέτες τους, ανάμεσα στους οποίους και ο Γκράμσι. Στη δίκη που ακολούθησε, καταδικάστηκε σε εικοσαετή φυλάκιση. Αλλά και μέσα στη φυλακή ο Γκράμσι δε σταμάτησε ν’ αγωνίζεται. Μελετά και γράφει με σκοπό να προετοιμάσει ένα μεγαλόπνοο έργο πάνω στα θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα του εργατικού κινήματος και τα εθνικά και πολιτιστικά προβλήματα της Ιταλίας.
Ατυχώς το έργο αυτό δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, διότι υπήρξε στο μεταξύ επιδείνωση τής ήδη κλονισμένης από τις κακουχίες υγείας του που τον οδήγησε στο θάνατο στις 27 Απριλίου 1937. Οι σημειώσεις του κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του (Τετράδια της Φυλακής), όσο και ο τεράστιος όγκος δοκιμίων και άρθρων που εξέδωσε πριν την φυλάκισή του στην εφημερίδα Ordine Nuovo, επηρέασαν την σύγχρονη πολιτική θεωρία και επιστήμη.
Ιδεολογία και ηγεμονία
Ο Γκράμσι ακολουθεί την μαρξική θέση περί του προσδιορισμού (σε τελευταία ανάλυση) του εποικοδομήματος από την βάση, δηλαδή από την υλική, οικονομική σφαίρα. Ο προσδιορισμός του εποικοδομήματος δεν συνίσταται σε μηχανική αιτιότητα για τον Γκράμσι. Ο Ιταλός θεωρητικός άσκησε κριτική σε μια τελεολογική, μηχανιστική αντίληψη του προσδιορισμού του εποικοδομήματος (Μπουχάριν). Αντίστοιχα, απέρριψε την οικονομίστικη αντίληψη για την συγκρότηση της ταξικής συνείδησης. Εστιάζει κυρίως στην επεξεργασία της λειτουργίας του εποικοδομήματος και του τρόπου με τον οποίο αυτό αντεπιδρά στην βάση.
Eίναι ο εισηγητής της θεωρίας της ηγεμονίας, μέσω της οποίας επιχειρεί να αναδείξει πως η εξουσία της κυρίαρχης τάξης εκδηλώνεται τόσο ως κυριαρχία (βία), όσο και ως διανοητική και ηθική ηγεσία (συναίνεση). Η διάκριση αυτή σύμφωνα με τον Γκράμσι είναι μεθοδολογική, δηλαδή η κυρίαρχη τάξη ασκεί και αναπαράγει την εξουσία της στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη τόσο μέσω της βίας όσο και ιδεολογικά, δηλαδή μέσω της συναίνεσης που καταφέρνει να αποσπά από τις υποτελείς δυνάμεις της κοινωνίας.
Έχει χαρακτηριστεί ως ο θεωρητικός της πολιτισμικής επανάστασης, δηλαδή μιας μεταρρυθμιστικού τύπου στρατηγικής για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, θέση που βασίζεται κυρίως στην ανάδειξη εκ μέρους του του συναινετικού χαρακτήρα του αστικού κράτους και τη θέση του περί διεξαγωγής ενός πολέμου θέσεων. Ωστόσο για τον Αντόνιο Γκράμσι ο πόλεμος θέσεων συνιστά μια διαδικασία προετοιμασίας (κυρίως ιδεολογικής) για τη διεξαγωγή του πολέμου κινήσεων, δηλαδή της (ένοπλης) επαναστατικής ρήξης.
Η ιδεολογία για τον Γκράμσι δεν συνιστά επιφαινόμενο, ψευδή συνείδηση, ή παθητική αντανάκλαση της βάσης (οικονομίας). Μέσω της κατηγορίας του ηγεμονικού μηχανισμού αναδεικνύει την υλικότητα της ιδεολογίας.